22 Ιουλίου 2014

Πραξικόπημα και εισβολή στην Κύπρο: ανοιχτή πληγή 40 χρόνια μετά

Γιώργος Μιχαηλίδης
Η συμπλήρωση των 40 χρόνων από το χουντικό πραξικόπημα στην Κύπρο, την τουρκική εισβολή και τη διχοτόμηση του νησιού γίνεται σε μία χρονική συγκυρία που η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα στην περιοχή γιγαντώνεται. Γι' αυτό, αν έχει κάποιο νόημα να αναμοχλεύσουμε τα γεγονότα του '74 δεν είναι λόγω της στρογγυλής επετείου αλλά λόγω των νέων ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών. Εδώ και μερικά χρόνια η λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου κι η Μέση Ανατολή φλέγονται κυριολεκτικά. Οι αγώνες της πλατείας Ταχρίρ όπου ο αιγυπτιακός λαός αγωνίστηκε με αυτοθυσία για ελευθερίες και δικαιώματα απαντήθηκαν με τον γνώριμο τρόπο από τη ντόπια ελίτ και την Ουάσιγκτον. Με άλλη μια αιματοβαμμένη στρατιωτική δικτατορία. Στη Συρία και το Ιράκ το μακελειό συνεχίζεται με σκοπό την ανατροπή του Άσαντ και τον καλύτερο έλεγχο της περιοχής ενώ στην Παλαιστίνη, το Ισραήλ κάνει νέα επίδειξη δύναμης με σκοπό τη συντριβή της Χαμάς και την παγίωση της κυριαρχίας του σε μια κρίσιμη συγκυρία. Οι εθνικές και θρησκευτικές διαφορές χρησιμοποιούνται εκ νέου για την προώθηση των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών και την εγκαθίδρυση συμμαχιών με τοπικές και περιφερειακές ελίτ. Στο φόντο των παραπάνω εξελίξεων βρίσκονται τα ενεργειακά αποθέματα, η χάραξη κι ο έλεγχος της ροής τους.
Τον Ιούλιο του 1974, η τυχοδιωκτική πολιτικής της Χούντας ολοκλήρωνε το έγκλημα εναντίον του κυπριακού λαού. Ανατρέποντας με τη βοήθεια των ακροδεξιών στοιχείων της ΕΟΚΑ Β' την κυβέρνηση του Μακαρίου, άνοιγε το δρόμο για την τουρκική εισβολή που επικαλέστηκε την ιδιότητά της ως εγγυήτρια δύναμη, ιδιότητα που απέρρεε από τη συμφωνία της Ζυρίχης που είχε υπογράψει ο άλλος “εθνάρχης”, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής καθιστώντας την Κύπρο ένα τριπλά κηδεμονευόμενο κράτος. Η Κύπρος αποτελούσε πονοκέφαλο για Βρετανία και ΗΠΑ ήδη από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Η επέκταση της κομμουνιστικής επιρροής στην Ευρώπη με γεωγραφικούς όρους μέσα από τις φλόγες του παγκοσμίου πολέμου κι αργότερα η συμμαχία της ΕΣΣΔ και των χωρών-μελών του Συμφώνου της Βαρσοβίας με το αντιαποικιακό-αντιιμπεριαλιστικό κίνημα έθεταν σε κίνδυνο την ηγεμονία των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της Δύσης στη Μεσόγειο. Η Κύπρος, στην οποία η κομμουνιστική Αριστερά του ΑΚΕΛ είχε ισχυρή παρουσία, προβλημάτιζε μόνιμα ΗΠΑ και Βρετανία που πότε με τη βία (δεκαετία του '50), πότε με τις μηχανορραφίες προσπαθούσαν να αποτρέψουν οποιαδήποτε εξέλιξη θα μπορούσε να οδηγήσει το νησί μακριά απ' τον έλεγχό τους. Εξάλλου η κρίση της διώρυγας του Σουέζ (1956), ο πόλεμος των Έξι Ημερών (1967) κι ο Αραβοϊσραηλινός πόλεμος του '73 πιστοποιούσαν διαρκώς τη γεωστρατηγική σημασία της Κύπρου. Βασικός πυλώνας της πολιτικής τους ήταν η δημιουργία κι ανάδειξη των αντιθέσεων ανάμεσα στις δυο εθνικές κοινότητες του νησιού ώστε ΗΠΑ και Βρετανία να εμφανίζονται ως απαραίτητοι μεσολαβητές. Αυτή η πολιτική πέτυχε εν μέρει λόγω της αρχικής παραγνώρισης του τουρκοκυπριακού παράγοντα ακόμα κι απ' την κομμουνιστική Αριστερά (μόλις το '51 αρχίζει να εμφανίζεται μια μέριμνα γι' αυτό το κομμάτι του πληθυσμού στα ντοκουμέντα της) και πολύ περισσότερο λόγω της εθνικιστικής πολιτικής Ελλάδας και Τουρκίας, με την τελευταία να έχει αντιληφθεί και να εκμεταλλεύεται την αυξημένη σημασία της για την ανάσχεση της σοβιετικής απειλής. Τρομερά επιζήμια για τα συμφέροντα του κυπριακού λαού υπήρξε κατά την τριακονταετία '44-'74 κι η επίσημη ελληνική στάση, η οποία ποτέ δεν στήριξε τις προοδευτικές δυνάμεις του νησιού που θα μπορούσαν να δώσουν μια ειρηνική προοπτική για το σύνολο του πληθυσμού της Κύπρου. Αντιθέτως, πάντοτε έβαζαν σε προτεραιότητα την αντικομμουνιστική εκστρατεία στην Ελλάδα και τη διατήρηση της εύνοιας και στήριξης της αμερικανικής ηγεσίας δίχως την οποία το μέλλον τους στη χώρα θα ήταν αβέβαιο. Είναι ξεκάθαρο ότι η εμπλοκή των ελληνικών κυβερνήσεων της εποχής στο κυπριακό ποτέ δεν βελτίωσε τη διαπραγματευτική θέση των Κυπρίων απέναντι σε ΗΠΑ και Βρετανία και ίσα-ίσα σειρά επιλογών της ελληνικής αστικής τάξης οδήγησαν στην τραγωδία του '74. Απ' την πλευρά της η Αριστερά σε Ελλάδα και Κύπρο, παρότι έδωσε σημαντικούς αγώνες για την αποαποικιοποίηση του νησιού και αποτέλεσε τη μοναδική δύναμη που μπορούσε να δώσει προοπτική και στις δύο εθνότητες του νησιού συχνά κατέληγε να υποτάσσεται στις διαθέσεις αμφιλεγόμενων παραγόντων όπως η Εθναρχία πρεσβεύοντας έναν αντιιμπεριαλιστικό πατριωτισμό που βάλτωνε στα όρια που του έβαζαν οι συμμαχίες του με κομμάτια της ντόπιας αστικής τάξης.
Σαράντα χρόνια μετά, η Κύπρος βρίσκεται ακόμη διαιρεμένη, οικονομικά αποδυναμωμένη από την ευρωενωσιακή, μνημονιακή της περιπέτεια ενώ έχει προσδεθεί στο αντιδραστικό άρμα ΗΠΑ-Ισραήλ. Είναι ξεκάθαρο ότι η αστική τάξη της Ελλάδας και του ελληνοκυπριακού κομματιού αναζητά τον ρόλο της στο ενεργειακό παιχνίδι που παίζεται στην Ανατολική Μεσόγειο και έχει προεκτάσεις μέχρι την Ουκρανία. Οι πρωτοβουλίες της αμερικανόδουλης κυβέρνησης Αναστασιάδη με την τουρκοκυπριακή πλευρά αναβιώνουν την εποχή του σχεδίου Ανάν και εντάσσουν την επίλυση του κυπριακού στον πόλεμο ελέγχου των αποθεμάτων και των δρόμων της ενέργειας. Άλλωστε, σε πρόσφατες δηλώσεις του, ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, αναγόρευσε την Κύπρο σε στρατηγικό εταίρο, μίλησε για τη σημασία των υδρογονανθράκων για την ασφάλεια στην περιοχή ενώ υπογράμμισε πως για πρακτικούς λόγους το status quo στο νησί δεν συμφέρει την Τουρκία η οποία απειλείται από τους Ρώσους στη Μαύρη Θάλασσα, την ISIS στο Ιράκ και την κατάρρευση της Συρίας στο νότο. Η αμερικάνικη πολιτική στόχευση είναι πασιφανής. Πόσο έτοιμος είναι ο τυχοδιωκτισμός των αστικών τάξεων Ελλάδας-Κύπρου να εμπλέξει τον κυπριακό λαό σε νέες περιπέτειες σαράντα χρόνια μετά την τραγωδία του '74;
Εφημερίδα ΠΡΙΝ, 20.7.2014

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *