31 Μαΐου 2014

Ήττα της συγκυβέρνησης -νίκη του εργατικού κινήματος, το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών

Σημείωμα της ΑΝΤ.ΑΡ.ΣΥ.Α. ΤΡΙΚΑΛΩΝ: Δημοσιεύουμε την κριτική του  Δημήτρη Κάβουρα γραμματέα της κομμουνιστικής οργάνωσης Ανασύνταξη. Δεν ξέρουμε αν εκφράζει απόφαση συλλογικών οργάνων, αφού υπογράφεται μόνο από τον ίδιο. Αποδεικνύει ότι η συγκεκριμένη οργάνωση  ασκεί μια ανέξοδη κριτική στους άλλους και ιδιαίτερα στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, χωρίς πρωταρχικά να έχει κάνει  εκτίμηση και κριτική για τη στάση της όλο το προηγούμενο διάστημα, πολιτική στάση  καιροσκοπική και δεξιόστροφη στα πλαίσια του εναγκαλισμού της με τον "ρεαλισμό" του ΣΥΡΙΖΑ .Επειδή οι ενωτικές πρωτοβουλίες και η ανάγκη για συνεργασίες και ειλικρινή διάλογο –όχι φυσικά σε επίπεδο πεφωτισμένων ηγεσιών - είναι αποδεδειγμένο ότι αποτελούν μέρος του πολιτικού μας σκεπτικού, όπως αποδεικνύεται όλο το προηγούμενο διάστημα, και επειδή δεν ξεχνάμε ποιος είναι ο πραγματικός αντίπαλος και μακριά από κάθε μορφή πολιτικού καιροσκοπισμού δημοσιεύουμε τη συγκεκριμένη άποψη.

 Στις εκλογές της 25ης Μάη η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα καταδίκασαν την πολιτική των μνημονίων και τα κόμματα που την υλοποιούν, τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, συρρικνώνοντάς τα στο 31% περίπου του εκλογικού σώματος. Συνέτριψαν επίσης τον πρώην κυβερνητικό τους εταίρο, τη ΔΗΜΑΡ, όπως έκαναν παλιότερα με το ΛΑΟΣ.
Η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα είχαν να αντιμετωπίσουν  πανίσχυρες δυνάμεις: τις δυνάμεις της Τρόικα και τους τραπεζικούς ομίλους οι οποίοι θυμήθηκαν παραμονές των εκλογών να αναβαθμίσουν την ελληνική οικονομία· τους αρχηγούς κρατών όπως η Μέρκελ και άλλοι· τα στελέχη της ΕΚΤ και της Κομισιόν· τα ΜΜΕ και τα παπαγαλάκια της Τρόικας, τα οποία σαν Κασσάνδρες, προμήνυαν σεισμούς, λιμούς και καταποντισμούς στην περίπτωση που καταρρεύσει η συγκυβέρνηση.
Είχαν επίσης απέναντί τους γέφυρες, ποτάμια και πολλών ειδών παραλλαγές της μνημονιακής πολιτικής και επίδοξους σωτήρες του μνημονιακού μπλοκ.
Δεν είχαν μαζί τους με σταθερό, αποφασιστικό, ουσιαστικό, δημιουργικό και προωθητικό τρόπο την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η κάθε μια από αυτές τις ηγεσίες, με τον δικό της τρόπο –είτε με την πολιτική και τις επιλογές της, είτε με την επιλεκτική και με μικροπολιτικά κριτήρια επιλογή του αντίπαλου που έβαλε απέναντι της, είτε με την εναπόθεση, γενικά στο κίνημα, του καθήκοντος της υλοποίησης του μεταβατικού προγράμματος– δεν συνέβαλαν ουσιαστικά στην ανάκαμψη του κινήματος.
Παρ’ όλες τις αντιξοότητες, τις δυσκολίες και τα εμπόδια, η εργατική τάξη έδωσε με την ψήφο της το καλύτερο αποτέλεσμα που θα μπορούσε να δώσει κάτω από αυτές τις συνθήκες:
•    Έσπρωξε προς τα κάτω και συρρίκνωσε κατά 12 μονάδες τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και τους κατέστησε ισχνή μειοψηφία και με τη βούλα.
•    Καταδίκασε την πολιτική των μνημονίων και τις δυνάμεις που τα υλοποιούν, πράγμα που την κάλεσε να κάνει ο πιο ισχυρός σήμερα και κοντινός της πολιτικός παράγοντας.
•    Έδωσε στις δυνάμεις της Αριστεράς προβάδισμα και ποσοστά μεγαλύτερα από τα κόμματα της συγκυβέρνησης, ποσοστά μεγαλύτερα από αυτά των εκλογών του 2012.

Η βούληση της εργατικής τάξης εκφράστηκε με πιο εμφανή τρόπο εκεί που αυτή βρίσκεται συγκεντρωμένη και βιώνει με τον πιο έντονο τρόπο την μνημονιακή πολιτική και τα αποτελέσματά της: στην Αττική, όπου ζουν 3,5-4 εκατομμύρια άνθρωποι οι οποίοι ανήκουν στην πλειοψηφία τους στην εργατική τάξη.
Εκεί οι δυνάμεις της συγκυβέρνησης συγκέντρωσαν ποσοστό 26,5% και οι δυνάμεις της Αριστεράς πάνω από 33%!
Η επίδραση της ταξικής πάλης είναι προφανής στo εκλογικό αποτέλεσμα το οποίο με τη σειρά του είναι στοιχείο του επιπέδου ανάπτυξής της και του επιπέδου της συνείδησης της εργατικής τάξης.
Στον κοινοβουλευτισμό, για τον οποίο σήμερα μιλάμε, με μία και μόνη ψήφο μπορείς να είσαι κοινοβουλευτική πλειοψηφία ή το αντίθετο. Στην Ελλάδα της κρίσης αυτό δεν είναι αυταπόδεικτο. Η Ν.Δ αποτελεί 2ο κοινοβουλευτικό κόμμα και ο κ. Σαμαράς εξακολουθεί να κυβερνάει.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ μετά το αποτέλεσμα των εκλογών έθεσε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όπως αναμενόταν, ζήτημα εκλογών. Ήταν όμως αναμενόμενη και η απάντηση των δυνάμεων της συγκυβέρνησης: δεν φεύγουμε!
Εφόσον η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ήξερε την απάντηση, μιας και δεν αποτελείται από αδαείς, σύμφωνα με τον κ. Τσίπρα, μένει να διευκρινιστεί το περιεχόμενο του συνθήματος «στις 25 ψηφίζουμε- στις 26 φεύγουν». Διότι, όταν γνωρίζεις την αρνητική απάντηση των μνημονιακών δυνάμεων, τότε οι στόχοι σου πρέπει να είναι αντίστοιχοι της απάντησης: η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να πει στον κόσμο που την ψήφισε αλλά και στο σύνολο της εργατικής τάξης, την οποία καλά κάνει και δεν χαρίζει στους φασίστες, ποια είναι τα καθήκοντα που απορρέουν από το αποτέλεσμα των εκλογών, σύμφωνα με το νέο συσχετισμό δυνάμεων, όπως αυτός αποτυπώθηκε στο αποτέλεσμα, και τα καθήκοντα που προκύπτουν από την άρνηση της συγκυβέρνησης να παραιτηθεί. Να κλιμακώσει δηλαδή την αντιπαράθεση. Πράγμα που δεν έκανε. Δεν κάλεσε δηλαδή την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα σε ανένδοτο πολιτικό αγώνα και ανυπακοή στη συγκυβέρνηση, μέχρι αυτή να απομακρυνθεί. Απευθύνθηκε μόνο στο θεσμικό παράγοντα, όχι στον εργατικό-λαϊκό. Οι ατάκες του τύπου «δεν θα τους κάνουμε τη χάρη να φύγουν μόνοι τους, θα τους διώξουμε εμείς με τους αγώνες μας» όταν δεν συνοδεύονται από συγκεκριμένη πρόταση και σχέδιο, τότε αποτελούν απλά ευφυολογήματα για να καθησυχάσουν το πόπολο.
Δεν είναι βέβαια μόνο η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ η οποία εξακολουθεί να μη στέκεται στο ύψος των περιστάσεων.
Σύμφωνα με την ηγεσία του ΚΚΕ «…Το συνολικό αποτέλεσμα δεν δείχνει ανατροπή του αντιλαϊκού πολιτικού συσχετισμού, δεν συνιστά «νέο πολιτικό σκηνικό» προς όφελος του λαού. Δεν εκφράζει σημαντική τάση χειραφέτησης εργατικών-λαϊκών δυνάμεων από τα κόμματα του ευρωμονόδρομου, των συμφερόντων του κεφαλαίου, των μονοπωλίων…» (Ριζοσπάστης, Δευτέρα 26/5/2014).
Και την επόμενη μέρα: «…Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν αυτή η αλλαγή στο συσχετισμό πολιτικών δυνάμεων θα σηματοδοτήσει την ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής…».
Με τη δεύτερη ανακοίνωση η ηγεσία του ΚΚΕ αναγνωρίζει μεν την «αλλαγή στο συσχετισμό πολιτικών δυνάμεων», την οποία την προηγούμενη μέρα δεν έβλεπε καν, αλλά εξακολουθεί να δίνει τόπο και χρόνο στη συγκυβέρνηση της μειοψηφίας την οποία δεν αμφισβητεί. Κάνει δηλαδή σαν να μη συνέβη τίποτα! Σαν να μην αφαιρέθηκαν δεκάδες Δήμοι από τα χέρια των δυνάμεων της συγκυβέρνησης, όπως και η μεγαλύτερη Περιφέρεια της χώρας και σαν να μην συρρικνώθηκαν οι δυνάμεις της. Με τον τρόπο της και από διαφορετικό δρόμο φτάνει να συγκλίνει με την συγκυβέρνηση στο συμπέρασμα ότι «το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών δεν συνιστά ανατροπή»!
Η ηγεσία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, φτάνει στο σωστό συμπέρασμα ότι «…Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών με την μεγάλη πτώση της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, (με συνολική πτώση πάνω από 12%!), την πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ, και συνολικά τον κόσμο που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στρέφεται προς τα αριστερά να είναι πάνω από τα επίπεδα του 2012, αποτυπώνει την σφοδρή καταδίκη της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και την ανάγκη να αλλάξουν τα πράγματα. Η κυβέρνηση ΝΔ-ΕΛΙΑΣ είναι μειοψηφική, βαθιά απονομιμοποιημένη δεν έχει δικαίωμα να συνεχίσει την αντιδραστική πολιτική….». Και συνεχίζει με το επίσης σωστό συμπέρασμα ότι «Δεν φεύγουν αν δεν τους διώξουμε με τη δύναμη των αγώνων μας!»
Η ηγεσία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, παρά τα σωστά συμπεράσματα, δεν βλέπει κάποιο λόγο να αλλάξει τη γραμμή της στο ζήτημα της εξουσίας και εναποθέτει τη λύση όλων των προβλημάτων στο κίνημα γενικά, το οποίο αντιμετωπίζει μονοδιάστατα μιας και το περιορίζει στα όρια του συνδικαλιστικού, ή έστω της κοινής δράσης, χωρίς να αντιμετωπίζει το μείζον σήμερα ζήτημα: του ενιαίου εργατικού πολιτικού μετώπου για την άμεση ανατροπή της μειοψηφικής συγκυβέρνησης και την ανάδειξη εργατικής κυβέρνησης.
Ενώ θα μπορούσε με μια ελάχιστη ενωτική πρωτοβουλία να δώσει άμεση πολιτική προοπτική και να αναγκάσει την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να δεσμευτεί πάνω σε ένα πιο συγκεκριμένο και ριζοσπαστικό πρόγραμμα, το οποία αφορά στην κατάργηση των μνημονίων, των εφαρμοστικών και αντιλαϊκών νόμων, στην ικανοποίηση των διεκδικήσεων του κινήματος και στην παύση πληρωμών προς τους τοκογλύφους, ή, να αποκαλυφθεί για την ηττοπαθή γραμμή της η οποία οδηγεί στη διαιώνιση του μνημονίου και στην ήττα,  δεν ξεκουνάει στο όνομα του «να μην καλλιεργήσουμε αυταπάτες στο λαό».

Η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα προσπαθούν να πιαστούν από κάπου για να  αντιμετωπίσουν την επίθεση που δέχονται, παλεύοντας με υπέρτερες πολιτικά δυνάμεις, οι οποίες έχουν συμπτύξει μέτωπο και μην έχοντας σχεδόν κανένα φερέγγυο πολιτικό σύμμαχο, πόσω μάλλον μπροστάρη και καθοδηγητή. Παρ’ όλα αυτά, δημιουργούν εξελίξεις, καθυστερούν ή τροποποιούν μέτρα της συγκυβέρνησης, της επιφέρουν πλήγματα. Μέχρι εκεί μπορούν να φτάσουν, μέχρι εκεί φτάνουν. Αν τους καλούσε κάποια συνεπής και σχετικά μαζική εργατική πολιτική δύναμη να πάνε παραπέρα, είναι βέβαιο ότι θα το έκαναν.
Απέναντί μας έχουμε την κυβέρνηση Σαμαρά η οποία αποτελεί την πιο βρώμικη εκδοχή αστικής κυβέρνησης των τελευταίων ετών, δεν έχει κανένα ενδοιασμό να ξεπουλήσει τα πάντα και δεν έχει κανένα πρόβλημα να συνεργαστεί με τους Ναζί της Χρυσής Αυγής ενάντια στο λαό και στην Αριστερά.
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών είναι θετικό διότι κατέστησε την κυβέρνηση Σαμαρά ισχνή μειοψηφία, πράγμα που βάζει εμπόδια στη συνέχιση του βίου της και στην επιβολή νέων αντιλαϊκών μέτρων και δημιουργούνται συνθήκες αντεπίθεσης. Και αυτό είναι το πιο κρίσιμο σημείο, αυτό είναι που πρυτανεύει.
Οι δυνάμεις που έχουν αναφορά στην εργατική τάξη και στο κίνημά της και που δεν αναγνωρίζουν και δεν προβάλουν αυτή την πραγματικότητα, δεν προσφέρουν καλή υπηρεσία στο εργατικό κίνημα. Αντίθετα, αφήνουν περιθώρια στη συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ να παρατείνει το βίο της, να συνεχίσει το καταστροφικό της έργο, να αφαιρέσει ακόμα περισσότερα όπλα από το εργατικό οπλοστάσιο, να ανασυνταχτεί και να διεκδικήσει ξανά την κυβερνητική εξουσία.
Όπως δεν προσφέρουν καλή υπηρεσία και οι δυνάμεις εκείνες, οι θεσμολάγνες, οι οποίες παραπέμπουν τη λύση των εργατικών προβλημάτων γενικά στις εκλογές, όταν και άμα αυτές γίνουν, και που δεν απαντάνε με άμεσο και συγκεκριμένο τρόπο στο δια ταύτα: τι πρέπει να κάνει το κίνημα αύριο το πρωί για να επιβάλει τη βούλησή του την οποία εξέφρασε στην κάλπη και η οποία δεν εισακούεται;
Κατά τη γνώμη μας, την οποία εκφράσαμε πριν τις ευρωεκλογές, η επόμενη μέρα πρέπει να βρει την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα στους δρόμους σε διαρκή και ανένδοτο πολιτικό αγώνα και με απαίτηση την άμεση παραίτηση της μειοψηφικής συγκυβέρνησης, δείχνοντας ανυπακοή στους νόμους της, αρνούμενοι να πληρώσουν φόρους, χαράτσια, δάνεια, διόδια κλπ.
Τα σωματεία να συνεδριάσουν και να αποφασίσουν αγωνιστικές κινητοποιήσεις, διεκδικώντας τα αιτήματά τους για δουλειά σε όλους με δικαιώματα, αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις, Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, δημόσια δωρεάν και αναβαθμισμένη παιδεία, υγεία, πρόνοια και περίθαλψη, απαγόρευση των απολύσεων και άλλα.
Εκτός από αυτά, κρισιμότατο ζήτημα που θα κρίνει αποφασιστικά την νικηφόρα ή μη πορεία του κινήματος είναι η ανάληψη συγκεκριμένων πρωτοβουλιών στην κατεύθυνση συγκρότησης ενιαίου εργατικού πολιτικού μετώπου στη βάση του μεταβατικού προγράμματος με τον στόχο της κυβέρνησης που θα το υλοποιήσει. Μια τέτοια πρωτοβουλία θα δώσει σημαντική ώθηση και άμεση πολιτική προοπτική στο κίνημα, θα δημιουργήσει  συνθήκες απόκρουσης της επίθεσης και συνθήκες απόσπασης κατακτήσεων.
Μόνο έτσι η λαϊκή ετυμηγορία μπορεί να αποκτήσει υλική δύναμη και να μην παραμείνει ένα απλό sms ή mail και να ολοκληρωθεί το βήμα που έκανε το κίνημα. Κάθε κωλυσιεργία και χρονοτριβή αποτελεί ανάσα ζωής για τη συγκυβέρνηση και νέα δεινά για την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. 

Κάβουρας Δημήτρης


ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *