27 Φεβρουαρίου 2014

Τακτική, μέτωπα και στάδια

Δημήτρης Γρηγορόπουλος
Ιδιαίτερα στις περιφερειακές καπιταλιστικές χώρες, όπως η ελληνική, με εκρηκτικό μείγμα οικονομικής και ανθρωπιστικής κρίσης, καταστροφή του παραγωγικού ιστού και μεταστροφή τους σε ΕΟΖ, για να εξυπηρετούν την αντιρρόπηση της πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους των κυρίαρχων ιμπεριαλισμών, αποδεικνύεται επείγουσα ανάγκη και μονοδρομική η αναζήτηση εναλλακτικού σχεδίου αντίπαλου των καπιταλιστικών δομών σε μια επαναστατική στρατηγική ανατροπής του συστήματος.
 
Το πρόβλημα δεν λύνεται ούτε με ενδεχόμενη οικονομική ανάπτυξη, γιατί το πλεόνασμα δεν θα διανέμεται υπέρ των εργαζομένων, αλλά θα το ενθυλακώνει η άρχουσα τάξη, ούτε με τη διόρθωση ορισμένων αντιδραστικών πλευρών του συστήματος, ούτε με την επίλυση προβλημάτων - καταλοίπων παλαιότερων κοινωνικών σχηματισμών. Εξάλλου, οι ηγεμονικές δυνάμεις του καπιταλισμού αποκλείουν ένα εναλλακτικό σχέδιο αναδιανεμητικών και δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων, παρόμοιο μ' αυτή της χρυσής περιόδου (1945-1975) και με την αναδρομική κεϋνσιανή διαχείριση της μεταπολιτευτικής περιόδου. Παντού επικρατεί με τη μια ή την άλλη μορφή η λιτότητα, η κατεδάφιση του κράτους πρόνοιας και ο άκρος αυταρχισμός. Ούτε ένα συνεκτικό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα ούτε η θεραπεία βασικών πλευρών του συστήματος μπορεί να το διασώσει, αλλά ούτε και αποτελούν αλλαγές ανεκτές απ' το σύστημα. Αναπόδραστα λοιπόν μοναδική λύση αποτελεί ένα πρόγραμμα ανατροπής βασικών δομών του καπιταλισμού σε μιαν επαναστατική προοπτική. Ούτε η νεκρανάσταση του κεϊνσιανισμού είναι εφικτή, ούτε η νεοφιλελεύθερη διαχείριση που έχει καθολικά επικρατήσει θεωρείται εξοβελιστέα. Ούτε ένα μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα με αιχμή τη δημοκρατία (όπως διακηρύσσει ο ΣΥΡΙΖΑ) μπορεί να καταργήσει το καθεστώς έκτακτης ανάγκης και τις φασίζουσες παραμέτρους του, αφού αποτελεί αναφαίρετο έρεισμα της λιτότητας. Ούτε πείθουν και οι πιο περίτεχνες διατυπώσεις για την εναλλακτικότητα μιας αριστερής κυβέρνησης ως στιγμής της ανατροπής, αφού αυτή λόγω του κοινωνικού και κρατικού συσχετισμού θα είναι καταδικασμένη απλώς να διαχειρίζεται το σύστημα.
 
Αλλά και η αντιμνημονιακή πολιτική δεν εγγυάται λύσεις, αφού και μετά την κατάργηση των μνημονίων θα συνεχίζεται η πολιτική της αυστηρής επιτήρησης, των ελέγχων και των ποινών, μέχρι η χώρα μας να αποπληρώσει το 75% του χρέους της. Από την άλλη, ούτε επιμέρους ρήξεις μπορούν να έχουν αποτέλεσμα. Η έξοδος απ' το ευρώ δεν αποτελεί αυτόματα προοδευτική αλλαγή, αν δεν συνδυαστεί με την έξοδο απ' την EE και ένα αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα. Ούτε ένα αντιμονοπωλιακό πρόγραμμα μπορεί να πλήξει την πανίσχυρη καρδιά του συστήματος, αν δεν συγκρουστεί μ' αυτό συνολικά.
 
Το καπιταλιστικό σύστημα μόνο ανατρέπεται!
 
Ούτε λοιπόν ένα πρόγραμ­μα μεταρρυθμίσεων ού­τε προωθημένοι μεμονω­μένοι στόχοι (αντιευρώ, εθνική ανεξαρτησία, αντι­μονοπωλιακή σύγκρουση κ.ο.κ.) μπορούν να ορθολογικοποιήσουν και να θεραπεύ­σουν το σύστημα. Γιατί το καπιταλιστικό καθεστώς έχει μολυνθεί ως όλον. Δεν θεραπεύεται με την ίαση ορισμένων πλευρών του, δευτερευουσών ή και πρωτευουσών.
 
Το σύστημα πρέπει να ανατραπεί μ' ένα πρόγραμμα αντικαπιταλιστικής ανατρο­πής, που θα ολοκλη­ρωθεί με τη σοσιαλι­στική επανάσταση.
 
Εκτός απ' την υπεραντιδραστική εξέλιξη του συστήματος που δημιουργεί τη δυσανεξία του σε βελτιωτι­κές επιμέρους αλλαγές και πολύ περισσό­τερο στην αλλαγή μεμονωμένων βασικών πλευρών του (π.χ. αντιευρώ, αντιμονοπω­λιακή πάλη) έχει υπερενισχυθεί η κυρίαρ­χη πτέρυγα του κεφαλαίου στον ολοκλη­ρωτικό καπιταλισμό, τα πολυκλαδικά πο­λυεθνικά μονοπώλια και το χρηματοπιστω­τικό κεφάλαιο, και έχει επιβάλει την αδιαμ­φισβήτητη ηγεμονία της συνολικά στην κεφαλαιοκρατία. Αντιθέσεις και οξύνσεις δεν λείπουν, αλλά τα κατώτερα κεφάλαια φο­βούμενα την καταστροφή τους στην κρίση ή και την ανατροπή του συστήματος ζητούν προστασία στις φτερούγες της πανίσχυρης κορυφής: χρηματοδότηση, ένταση της εργατικής εκμετάλλευσης, κατάργηση του ερ­γατικού δικαίου, εμπορευματοποίηση νέων πεδίων, άνοιγμα νέων αγορών, εξάρτηση (στεφάνη) απ' τα ηγεμονικά μονοπώλια κ.ά.
 
Άρα στον σύγχρονο ολοκληρωτικό καπιτα­λισμό δεν υπάρχει διακριτό ή και ισχυρό τμήμα της αστικής τάξης, που θα έδειχνε ανοχή ή θα προχωρούσε σε συνεργασία και συμμαχία με τις εργαζόμενες τάξεις και τους πολιτικούς εκπροσώπους τους. Τέτοια φαινόμενα υπήρξαν στον μεταπολεμικό κό­σμο το άτυπο κοινωνικό συμβόλαιο του κευνσιανισμού και του κοινωνικού κράτους, οι μεταπολεμικές κυβερνήσεις εθνικής ενότητας με συμμέτοχη των ισχυρών κομμου­νιστικών κομμάτων (Γαλλία, Ιταλία, Ελλά­δα) ως συνέχεια των προπολεμικών αντι­φασιστικών λαϊκών μετώπων, ο ιστορικός συμβιβασμός του ευρωκομμουνισμού με τη σοσιαλδημοκρατία αλλά και τη χριστια-νοδημοκρατία (Ιταλία), πολιτική που στην Ελλάδα εκφράστηκε με την αλήστου μνή­μης ΕΑΔΕ (Εθνική Αντιδικτατορική Δη­μοκρατική Ενότητα) του ΚΚΕ εα, προπάτορα του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ.
 
Ταυτόχρονα περίπου με τον ευρωκομμουνισμό εμφανί­στηκε η σοβιετικής προέλευσης αντιμονο­πωλιακή αντιιμπεριαλιστική δημοκρατία, που προϋπέθετε κοινωνικοπολιτική συμ­μαχία με τη μη μονοπωλιακή αστική τάξη. Μήτρα αυτής της ταξικής συνεργασίας, σε προοδευτική όμως βάση, υπήρξε το αντι-αποικιακό αντιιμπεριαλιστικό μέτωπο, το οποίο συγκροτήθηκε ιδίως με τον Β' Πα­γκόσμιο Πόλεμο με τη συμμαχία των λαϊ­κών τάξεων και της εθνικής αστικής τάξης. Στην πολιτική της ταξικής συνεργασίας με μερίδα του κεφαλαίου τραβήχτηκε το ΠΑ-ΣΟΚ της εκσυγχρονιστικής περιόδου (δε­καετία 1990) αλλά και το ΕΑΡ και ο Συνα­σπισμός στην τεχνητή βάση διάκρισης του παραγωγικού και παρασιτικού κεφαλαίου.
Αυτό το σχήμα αναμασά ο Τσίπρας και το γνωστό οικονομικό επιτελείο του ΣΥΡΙ­ΖΑ στις ερωτροπίες με τον ΣΕΒ και τον πρόεδρο του...
 
Στην προκειμέ­νη βέβαια περίπτω­ση δεν πρόκειται για συμμαχία του ΣΥΡΙ­ΖΑ και των κοινωνι­κών στρωμάτων στα οποία διαμεσολαβεί αυτός μ' ένα προο­δευτικό τμήμα της αστικής τάξης αλλά για την ενσωμάτωση του ΣΥΡΙΖΑ στο μπλοκ της αστικής πο­λιτικής.
 
Συμπέρασμα: Στον σύγχρονο ολοκλη­ρωτικό καπιταλισμό δεν υπάρχει κάποιο προοδευτικό τμήμα της αστικής τάξης στο οποίο να μπορεί να βασιστεί ένα προοδευ­τικό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα ούτε και ένα πιο προωθημένο πρόγραμμα (αντιμο­νοπωλιακή αντιιμπεριαλιστική δημοκρα­τία). Συνάγεται λοιπόν ότι στις σημερινές ιστορικές συνθήκες μοναδική εναλλακτι­κή πρόταση συγκροτεί η αντικαπιταλιστική πρόταση σύγκρουσης με τον καπιταλισμό ως όλον και όχι με τη μια ή την άλλη πλευ­ρά του, σύγκρουση που, αφού εξασφαλίσει όσες κατακτήσεις επιτρέψει ο συσχετισμός δυνάμεων, θα ολοκληρωθεί με την αντικα­πιταλιστική επανάσταση.
 
Συνάγεται ότι τα λιγότερα ή περισσό­τερο προωθημένα μεταρρυθμιστικά προ­γράμματα δεν έχουν καμιά αντικειμενική βάση υλοποίησης. Αναπόφευκτα τα μεταρ­ρυθμιστικά εγχειρήματα στο όνομα της ρεάλ πολιτίκ θα εκφυλίζονται σε μια πορεία υποταγής στα κελεύσματα της κυρίαρχης τάξης και του επικυρίαρχου ιμπεριαλισμού. Σήμερα, για πρώτη φορά απ' τη δεκαετία του 1940, ως μοναδική λύση για την απο­φυγή της οικονομικής και κοινωνικής κα­ταστροφής προβαίνει η αντικαπιταλιστική σύγκρουση και η αντικαπιταλιστική επανά­σταση στον ορίζοντα του κομμου­νισμού της εποχής μας. Ο εκφυ­λισμός του καπιταλισμού σ' όλα τα πεδία, οικονομικό, κοινωνι­κό, πολιτικό, ηθικό, πολιτιστικό, επιβεβαιώνει ότι ο κομμουνισμός αποτελεί τη μοναδική εναλλακτι­κή κοινωνία ως προς τον καπιτα­λισμό, ότι στην εποχή μας, στην εποχή του πιο άκαρδου καπι­ταλισμού, ο κομμουνισμός δεν εκφράζει απλώς το πιο ευγενι­κό ανθρώπινο όραμα αλλά μιαν αδήριτη ιστορική αναγκαιότητα.
 
Το γεγονός ότι η αντικαπιτα­λιστική ανατροπή αποτελεί τη μοναδική τακτική και στρατηγική εναλ­λακτική πρόταση δεν συνεπάγεται ότι δεν υπάρχουν ιδιαίτερα και σχετικά αυτόνομα εθνικά και δημοκρατικά προβλήματα. Αυ­τή όμως η αναγνώριση δεν δικαιολογεί τη συμμαχία με ανύπαρκτες εθνικές αστικές δυνάμεις ούτε τη συμμαχία με αστικοδημοκρατικές δυνάμεις στα ζητήματα δημοκρα­τίας, φασισμού και ρατσισμού, στα οποία οι αστικές δυνάμεις παρά τις «προοδευτι­κές» διακηρύξεις τους, στην πραγματικότητα υποστηρίζουν το κράτος και τις πολι­τικές του κοινοβουλευτικού ολοκληρωτι­σμού. Ούτε δικαιούται ο ΣΥΡΙΖΑ στο όνο­μα των λαϊκών συμφερόντων να καθιστά αυτοτελή και να ανάγει σε μορφή σταδίου την ανακοπή της καταστροφής (το πάγωμα ουσιαστικά της άθλιας σημερινής κατάστα­σης) προωθώντας σ' αυτή τη βάση ένα μέ­τωπο που περιλαμβάνει τους πάντες: ΣΕΒ, «δημιουργικό» κεφάλαιο, EE.
 
Στη σύγχρονη ιστορική συγκυρία τα εθνικά, δημοκρατικά ή και επιμέρους οικο­νομικά ζητήματα δεν δικαιολογούν αυτό­νομα στάδια και αντίστοιχα μέτωπα: μέτω­πο εθνικής ανεξαρτησίας, αντιιμπεριαλιστικό, δημοκρατικό, αντιευρώ, αντιμνημονιακό, αποτροπή της εθνικής και κοινωνικής καταστροφής κ.ο.κ.
 
Ο προσδιορισμός αντι­κειμενικά αδικαιολόγητων φάσεων-σταδίων και η συγκρότηση κατά κανόνα ταξικών συμμαχιών παραπέμπουν στην περίφημη «θεωρία των σταδίων», που μόνιμα θεω­ρεί ανώριμες τις συνθήκες για τον σοσια­λιστικό μετασχηματισμό και παρεμβάλλει τεχνητά στάδια και φάσεις, για να παραπέμ­ψει το σοσιαλισμό στις ελληνικές καλένδες ή και να τον ματαιώσει. Οι μενσεβίκοι το 1917, και μετά την επανάσταση του Φλε­βάρη και τη διαμόρφωση δυαδικής εξου­σίας, θεωρούσαν ότι έπρεπε να παρεμβλη­θεί ένα μακρόχρονο στάδιο καπιταλιστικής ανάπτυξης και oτι στο επαναστατικό καθε­στώς έπρεπε να ηγεμονεύσουν οι αστικές δυνάμεις με τις οποίες συμμάχησαν συμ­μετέχοντας στην κυβέρνηση Κερένσκι.
 
Το 1944, κι ενώ οι αντικειμενικές και περισσό­τερο οι υποκειμενικές προϋποθέσεις (επα­ναστατική συνείδηση, συσχετισμός δυνά­μεων, ηγεμονία του ΕΑΜ στην πλειοψηφία του λαού) ήταν ώριμες, η ηγεσία του ΚΚΕ, δέσμια της θεωρίας των σταδίων αλλά και της θεωρίας για τις σφαίρες επιρροής των μεγάλων δυνάμεων, έμεινε προσκολλημέ­νη στη στρατηγική της 6ης Ολομέλειας της ΚΕ (1934), σύμφωνα με την οποία έπρε­πε να προηγηθεί ένα στάδιο ολοκλήρωσης του αστικοδημοκρατικού μετασχηματισμού και ν' ακολουθήσει η σοσιαλιστική επανά­σταση. Η εμμονή όμως στο δημοκρατικό στάδιο και το εθνικοαπελευθερωτικό μέ­τωπο, που προϋπέθετε συμμαχία με τους Άγγλους, ενώ η γερμανική κατοχή είχε λή­ξει και οι Άγγλοι απροσχημάτιστα πρόβαλ­λαν ως ο νέος ιμπεριαλιστής δυνάστης, όχι μόνο ματαίωσε την ώριμη επανάσταση, αλ­λά ευθύνεται και για τη συντριβή του κινήματος, που σφραγίζει μέχρι και σήμε­ρα τις εξελίξεις.
 
Στη σύγχρονη ιστορική συγκυρία, οι εθνικοί, δημοκρατικοί και επιμέρους οι­κονομικοί στόχοι, όπως η έξοδος απ' το ευρώ είναι σχετικά αλλά όχι απόλυτα αυτό­νομοι στόχοι - με την έννοια ότι εντάσσο­νται, καθορίζονται και προ­καλούνται απ' τον σύγχρο­νο ολοκληρωτικό καπιταλι­σμό. Το εθνικό ζήτημα κα­θορίζεται κυρίως απ' την ανισόμετρη σχέση της χώ­ρας μας, οικονομική και πο­λιτική, με τον ιμπεριαλισμό, κυρίως τον ευρωγερμανικό.
 
Η σχέση της ελληνικής αστι­κής τάξης με τους ηγεμόνες της EE τυπικά είναι ισότιμη, στην πραγματικότητα όμως ετεροκαθορίζεται απ' το ιε­ρατείο των Βρυξελλών. Το δημοκρατικό έλλειμ­μα είναι διαρκές στο μετεμφυλιακό κρά­τος, οξύνεται όμως και πολλαπλασιάζεται λόγω της κρίσης και της συνακόλουθης λι­τότητας. Ειδικότερα, το φασιστικό φαινό­μενο σχετίζεται με την κρίση και την πρό­θεση της άρχουσας τάξης να το αξιοποιή­σει για την καταστολή του κινήματος στην κρίσιμη σημερινή συγκυρία.
 
Τέλος, η έξοδος απ' το ευρώ δεν έχει αυτοτελές περιεχόμενο. Μπορεί υπό συν­θήκες να ενταχθεί σε αστική, εθνικιστική ή αριστερή αντικαπιταλιστική πολιτική.
Τα στάδια δεν ταυτίζονται υποχρεωτικά με τη θεωρία των σταδίων και αντίστοιχα μέτωπα. Υπάρχουν στάδια και φάσεις που καθορίζονται με γνώμονα την αντικειμενι­κή πραγματικότητα, τις πραγματικές αντι­θέσεις και την όξυνση τους. Η αντικαπιτα­λιστική πρόταση δεν είναι στάδιο με περιχαρακωμένο πρόγραμμα και καθεστώς. Είναι περίοδος πάλης και αντικαπιταλιστικών κατακτήσεων, που στο βαθμό ωρίμανσης των υποκειμενικών προϋποθέσεων εξα­σφαλίζει τη μετάβαση στην επανάσταση.
 
Η στάση απέναντι στις μορφές πάλης
ΤΟ ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΤΙΣ ΕΠΙΛΕΓΕΙ
 
Βασικό ζήτημα της τακτικής και της στρατηγικής είναι και η στάση απέναντι στις διάφο­ρες μορφές πάλης, που κα­λείται να επιλέξει το εργατικό επαναστατικό κίνημα στις διάφορες φάσεις και τα στάδια της ταξικής πάλης.
Ο μαρξι­σμός από θέση αρχής καμιά μορφή πάλης δεν απορρίπτει με τα εξής κριτήρια:
α) Το συσχετισμό δυνάμεων,
β) το βαθμό συνειδητότητας του κινήματος,
γ) τις συγκεκρι­μένες σε κάθε φάση αντιθέσεις,
δ) τη σύν­δεση, στο βαθμό του δυνατού, του άμεσου, μικρότερου ή μεγαλύτερου στόχου (ακό­μη και ενός αμυντικού), με τον απώτερο και γενικό στόχο (στρατηγική - επανάστα­ση). Η Αριστερά που έχει σκοπό την ανα­τροπή του συστήματος, θα ήταν ανακόλου­θο να μην προσφεύγει σ' όλα τα πρόσφο­ρα γι' αυτόν το σκοπό μέσα. Η επιλογή της μιας ή της άλλης μορφής πάλης συναρτά­ται αποκλειστικά με τις κρατούσες συνθή­κες.
 
Συμβαίνει ασφαλώς το αντίθετο με την καθεστωτική Αριστερά. Και εκείνη που εί­ναι ενσωματωμένη στο σύστημα και εκεί­νη που παρουσιάζει έναν ριζοσπαστισμό, αλά σε θεμελιώδη ζητήματα ετεροπροσδιορίζεται απ' τους βασικούς όρους του συ­στήματος. Γι' αυτό, περιστρέφονται σ' έναν άξονα αμυντισμού - λεγκαλισμού. Επιδι­ώκουν μικρομεταρρυθμίσεις στον οικονο­μικό ή τον πολιτικό τομέα, ανεκτές σε γε­νικές γραμμές απ' το κεφάλαιο και υπο­τάσσονται στην αστική νομιμότητα. Η πρώ­τη τάση, γιατί απλώς επιδιώκει τον εκσυγ­χρονισμό του συστήματος. Η δεύτερη, για­τί αρθρώνει μεν έναν αντισυστημικό λόγο, χωρίς όμως να τον συνδέει με την όξυνση της ταξικής πάλης και την επανάσταση αλ­λά με την αναμονή της επαναστατικής κα­τάστασης και μιας οιονεί κατάρρευσης του καπιταλισμού!
 
Η επαναστατική Αριστερά, με τα τέσσε­ρα κριτήρια που αναφέραμε, δεν αποκλείει καμιά μορφή πάλης. Δεν υποτιμά τους κα­τώτερους στόχους, αλλά δεν φοβάται τους απώτερους, δεν υποτάσσεται στην αστική νομιμότητα, δεν αποκλείει την επαναστα­τική βία, ακόμη και την ένοπλη, αν εξα­ναγκαστεί απ' τον πραξικοπηματισμό της αστικής τάξης. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το NAP έχουν δώσει πρόσφατα δείγματα γραφής ότι, αν χρειαστεί, δεν κάμπτονται απ' τη βία της αστικής νομιμότητας. Την ημέρα της ανάληψης της προεδρίας απ' την ελληνική κυβέρνηση, πραγματοποίησαν συγκέντρω­ση και διαδήλωση, παρά την απαγόρευση τους απ' την αστυνομία. Γι' αυτό ξενίζει η κριτική αρθρογράφων (Πριν, 16/2, σ. 20) που με αφορμή την απόρριψη της τρομο­κρατικής βίας απ' το άρθρο των Α. Αναγνωστάκη και Γ Ελαφρού ((Πριν, 26/1), καταλήγουν στο αυθαίρετο συμπέρασμα ότι και η αντικαπιταλιστική Αριστερά αυ­τοπεριορίζεται ως προς τις μορφές πάλης, αναγνωρίζει πως το μονοπώλιο βίας ανή­κει στο αστικό κράτος και «εξαντλείται στις νόμιμες και αποδεκτές μορφές οικονομι­κού αγώνα»!
 
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑΚΤΙΚΗ
Καθοριστική η στάση κατά του ευρώ και της EE
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΗ, ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΑΡΚΕΙ
 
Καθοριστικός κόμβος για τη στρατηγική, την τακτική, το μέτωπο, είναι η στάση απέναντι στην EE. Η έξοδος απ' την Ευρωζώνη και την EE δεν είναι υποχρεωτικά αντικαπιταλιστική πολιτική.
 
Μπορεί να υποστηριχτεί για τους δι­κούς τους λόγους και ανάλογα με τη συγκυρία, και από δυνάμεις αστικές, πατριωτικές, εθνι­κιστικές.
 
Γίνεται αντικαπιταλιστική πολιτική, όταν εντάσσεται σ' ένα αντικαπιταλιστικό πρό­γραμμα και στην επαναστατική προοπτική. Το ίδιο ισχύει περισσότερο και για την αποδέσμευ­ση απ' το ευρώ. Εξάλλου, στην EE είναι ενταγ­μένες χώρες που διατηρούν το νόμισμα τους.
 
Η αποδέσμευση απ' το ευρώ, για να προσλάβει αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα και για να αποβεί εφικτή και να αποφύγει τις παρενέργειες απ' την αντίδραση της EE, είναι αναγκαίο να συν­δεθεί με την αποδέσμευση απ' την EE σε αντι­καπιταλιστική κατεύθυνση.
 
Η αποδέσμευση απ' το ευρώ ή δεν είναι εφικτή με παραμονή στην EE ή, στην ακραία περίπτωση που πραγματο­ποιηθεί, λόγω της πολύπλευρης διασύνδεσης και εξάρτησης απ' την EE, θα είναι δεμένη χει­ροπόδαρα, ιδίως στις συνθήκες της νέας οικο­νομικής διακυβέρνησης της EE και δεν θα είναι σε θέση να αποτρέψει τις κυρώσεις και τις οδυ­νηρές επιπτώσεις στην οικονομία της χώρας.
 
Οι στόχοι - κόμβοι του αντικαπιταλιστικού προγράμματος συνδέονται και αλληλεξαρτώνται στην υλοποίηση τους. Κυρίως όμως έχουν ως αναπόφευκτο όρο της πραγματοποίησης του την αποδέσμευση απ' την EE. Είναι θέμα απλής λογικής ότι η διαγραφή του χρέους, οι εθνικοποιήσεις των τραπεζών και των μεγά­λων επιχειρήσεων, στρατηγικής σημασίας, χω­ρίς αποζημίωση και με εργατικό λαϊκό έλεγ­χο, η ριζική αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των εργαζομένων, ο σχεδιασμός της οικονομί­ας με γνώμονα τις λαϊκές ανάγκες κ.ά., αποτε­λούν στόχους που είναι ανέφικτοι χωρίς την αποδέσμευση απ' την EE, η οποία δεν μπορεί ασφαλώς να συναινέσει σ' ένα αντικαπιταλι­στικού χαρακτήρα πρόγραμμα. Οι αντικαπιταλιστικοί στόχοι παλεύονται ως ενιαίο πρόγραμ­μα με έμφαση στους πιο οξυμμένους και κα­τανοητούς στη συνείδηση των εργαζομένων. Μπορεί να υπάρχουν κατακτήσεις στον ένα ή τον άλλο στόχο, αλλά οι όποιες αρχικές επιτυ­χίες (όπου υπάρχουν), για να ολοκληρωθούν, απαιτείται η αποδέσμευση απ' την EE.
 
Στο σχέ­διο που υιοθετεί το Plan Β αυτή η λογική αντι­στρέφεται. Η έξοδος απ' την EE δεν θεωρεί­ται όρος για την υλοποίηση των βασικών στό­χων (που μπορούν να έχουν ορισμένοι κάποια αρχική πρόοδο), αλλά αποτέλεσμα, επιστέγα­σμα της υλοποίησης των βασικών στόχων του αντικαπιταλιστικού προγράμματος. Η υλοποί­ηση τους πραγματοποιείται, χωρίς να αναφέ­ρεται η εξάρτηση τους απ' τον όρο της εξόδου απ' την EE. Απλώς, η ρήξη και η έξοδος απ' την αυτήν παρουσιάζεται ως συνέπεια αυτής της υλοποίησης.
 
Στην ουσία η θέση του Plan Β είναι υπέρ της εξόδου απ' το ευρώ, με αντιΕΕ προσα­νατολισμό σε αντιδιαστολή με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ που προβάλλει με αιτιώδη συνδυασμό το στόχο της εξόδου από το ευρώ, της ρήξης και της αποδέσμευσης απ’ την ΕΕ.
 
Υπάρχει μια θετική πλευρά: η σύμπτωση στην αναγκαιότητα εξό­δου απ' την EE.
 
Αλλά και μια αρνητική: η πρό­ταξη της εξόδου απ' την EE ως στόχου - όρου για την υλοποίηση του αντικαπιταλιστικού προ­γράμματος (ΑΝΤΑΡΣΥΑ), η υποβάθμιση της ως προϊόν της υλοποίησης αυτού του προγράμ­ματος (Plan Β). Υπάρχει βέβαια και η χειρότε­ρη περίπτωση. Η αντιστροφή αιτίας - αποτελέσματος να μην αποτελεί λάθος αλλά παρα­πομπή της εξόδου απ' την EE στις καλένδες της ταξικής συνεργασίας. Είναι υπαρκτές λοι­πόν οι διαφορές. Πάντως, δεν γονιμοποιείται ο διάλογος με την ειρωνική αναγωγή της δια­φοράς στο πού θα τοποθετηθεί στο κείμενο ο όρος αποδέσμευση απ' την EE...
 
ΠΡΙΝ 23/2/14

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *