30 Μαρτίου 2013

Το αλφαβητάρι του Μαρξισμού: Κ όπως Κερδοσκοπία

Αυτό που έφερε την Κύπρο στο χείλος του γκρεμού, γράφουν οι "σοβαροί" οικονομικοί αναλυτές, είναι η κερδοσκοπία, τα 130 δις της τραπεζικής της φούσκας. Η σημερινή κρίση είναι το αποτέλεσμα ενός λάθους, δηλαδή. Προϊόν λανθασμένων πολιτικών και εσφαλμένων αποφάσεων. 
Πρόκειται για ψέμα. Αυτό που απειλεί να βυθίσει σήμερα την κυπριακή οικονομία δεν είναι η επιλογή του ενός ή του άλλου μοντέλου "ανάπτυξης": η Κύπρος είναι απλά το πιο πρόσφατο (αλλά σίγουρα όχι το τελευταίο) μεγάλο θύμα της κρίσης που μαστίζει τον καπιταλισμό, παγκόσμια, εδώ και μια πενταετία.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι κυπριακές τράπεζες -με πρώτη και καλύτερη την Μαρφίν του Βγενόπουλου (που μετονομάστηκε πρόσφατα, για ευνόητους λόγους, σε Λαϊκή Τράπεζα Κύπρου)- δεν ήταν βουτηγμένες μέχρι το λαιμό στην κερδοσκοπία. Ήταν. Όπως άλλωστε όλες οι τράπεζες του κόσμου.
Η κερδοσκοπία είναι τόσο παλιά όσο και ο ίδιος ο καπιταλισμός. Τον Φλεβάρη του 1637, στο απόγειο της διάσημης "μανίας της τουλίπας", η τιμή ενός "καλού" βολβού ξεπερνούσε στην Ολλανδία τα μεροκάματα 10 χρόνων ενός ειδικευμένου εργάτη. Αυτό που παρακινούσε τους επενδυτές να αγοράζουν αυτούς τους βολβούς σε αυτές τις εξωφρενικές τιμές δεν ήταν η ομορφιά τους, αλλά τα έσοδα που "υπόσχονταν" να τους αποφέρουν μέσα στους επόμενους μήνες και χρόνια. Φυσικά, όπως γίνεται πάντα, η φούσκα έσκασε, οι τιμές των βολβών "προσγειώθηκαν" και οι κερδοσκόποι έχασαν, σχεδόν μέσα σε μια νύχτα, όλα τους τα λεφτά.
Ο Μαρξ ονόμαζε «πλασματικό» το κεφάλαιο το οποίο «σχηματίζεται» από την προσμονή μελλοντικού κέρδους. Η φανταστική αυτή δημιουργία, γράφει, είναι προϊόν του τόκου: "Η μορφή του τοκοφόρου κεφαλαίου είναι υπεύθυνη για το γεγονός ότι κάθε μόνιμο χρηματικό έσοδο εμφανίζεται σαν τόκος κάποιου κεφαλαίου, είτε προέρχεται πραγματικά από κάποιο κεφάλαιο είτε όχι."
Αν το μέσο επιτόκιο είναι 5% το χρόνο, εξηγεί, ένα δάνειο 500 λιρών θα αποδίδει στον δανειστή κάθε χρόνο 25 λίρες τόκο. Ταυτόχρονα, όμως, κάθε ετήσιο έσοδο 25 λιρών θα μοιάζει σαν να προέρχεται από κάποιο κεφάλαιο 500 λιρών -είτε υπάρχει αυτό το κεφάλαιο πραγματικά είτε όχι.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα "πλασματικού κεφαλαίου" είναι το δημόσιο χρέος. Ένας τραπεζίτης που δανείζει πχ εκατό χιλιάδες ευρώ σε έναν βιοτέχνη για να αγοράσει ένα κατάστημα μπορεί να "ανακαλέσει" το δάνειό του (πχ αν δεν πληρώνει τους τόκους) κατάσχοντας και εκποιώντας το ακίνητο. Τα πράγματα, όμως, είναι διαφορετικά όταν δανείσει αυτά τα λεφτά στο δημόσιο:
"Το κράτος είναι υποχρεωμένο να πληρώνει στους δανειστές του ένα συγκεκριμένο τόκο για τα κεφάλαια που έχει δανειστεί από αυτούς. Σε αυτή την περίπτωση ο δανειστής δεν μπορεί να ανακαλέσει την επένδυσή του από τον δανειζόμενο, μπορεί μόνο να πουλήσει το δικαίωμά του αυτό, ή τον τίτλο της ιδιοκτησίας του (δηλαδή το ομόλογο). Το ίδιο το κεφάλαιο, όμως, έχει αναλωθεί, έχει ξοδευτεί από το κράτος. Δεν υπάρχει πλέον..." .
Η κύρια πηγή της δημιουργίας "πλασματικών κεφαλαίων" είναι οι τράπεζες και τα χρηματιστήρια. 
Όπως εξηγούσε ένας ανώνυμος τραπεζίτης, τον οποίο επικαλείται ο Μαρξ "είναι αναμφίβολα αλήθεια ότι οι 1000 λίρες που κάποιος μπορεί να καταθέσει σήμερα στην τράπεζα Α, μπορούν να δανειστούν αύριο και να μετατραπούν σε μια κατάθεση στην τράπεζα Β. Την επομένη μπορεί να δανειστούν και πάλι από την Β και να κατατεθούν στην Γ... και αυτό μπορεί να συνεχίζεται έπ' άπειρον. Και έτσι αυτές οι ίδιες 1000 λίρες σε (πραγματικό) χρήμα μπορούν, μέσα από μια σειρά από μεταφορές, να πολλαπλασιαστούν σε ένα σύνολο από καταθέσεις απόλυτα άπειρο... Στην Σκωτία, για παράδειγμα, το νόμισμα που έχει εκδοθεί δεν ξεπέρασε ποτέ τα 3 εκατομμύρια λίρες, οι καταθέσεις, όμως, στις τράπεζες υπολογίζονται σε 27 εκατομμύρια..."
Φανταστικά
Τα φανταστικά αυτά εκατομμύρια, δισεκατομμύρια (και τρισεκατομμύρια στην εποχή μας) «παράγουν» εξίσου φανταστικά κέρδη -φανταστικά με την διπλή έννοια του όρου: τεράστια από τη μια, και εξίσου πλασματικά, όπως τα ίδια τα κεφάλαια από την άλλη. Τα κέρδη αυτά υπάρχουν στα χαρτιά, υπάρχουν χωρίς να έχουν προσθέσει ούτε μια τρίχα στον πραγματικό πλούτο.
Γιατί ο πραγματικός πλούτος μιας κοινωνίας δεν μετριέται ούτε σε ευρώ, ούτε σε δολάρια, ούτε σε λίρες: μετριέται σε προϊόντα και σε υπηρεσίες, μετριέται σε σπίτια, γέφυρες, σιδηροδρομικά δίκτυα, τρόφιμα, υγεία, διακοπές. Και αυτά δεν παράγονται από το φανταστικό χώρο των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών αλλά από τους εργάτες στα εργοστάσια, τα γιαπιά, τα γραφεία, τα σχολεία και τα νοσοκομεία.
Όσο η οικονομία «ανθεί» και οι προοπτικές του κέρδους βρίσκονται στα ύψη, τα κερδοσκοπικά κεφάλαια συνεχίζουν να ζουν και να πολλαπλασιάζονται, σχεδόν ανενόχλητα, στα ουράνια. Αλλά τα πράγματα αντιστρέφονται μόλις έρθει η ύφεση. Τότε οι επενδυτές προσπαθούν να «προσγειώσουν» όλοι μαζί τις επενδύσεις τους στην πραγματική οικονομία -μόνο και μόνο για να ανακαλύψουν ότι ο πλούτος, τα προϊόντα στα οποία αντιστοιχούν θεωρητικά τα κεφάλαιά τους, δεν υπάρχουν πραγματικά.
Η κρίση δεν είναι προϊόν της κερδοσκοπίας, έγραφε ο Μαρξ. Σε κανονικές συνθήκες, όταν η οικονομία βρίσκεται σε φάση άνθησης, οι τράπεζες και τα χρηματιστήρια μπορούν, παρά τον «πλασματικό» τους χαρακτήρα, να επιταχύνουν την ανάπτυξη: τα δάνεια βοηθάνε τους καπιταλιστές να συγκεντρώνουν τα κεφάλαια που χρειάζονται για την επόμενη τους επένδυση πιο γρήγορα.
Στην κρίση, όμως, επιταχύνουν την κατάρρευση -με ακόμα γρηγορότερους ρυθμούς. Αυτό είναι που βλέπουμε να ξετυλίγεται σήμερα ζωντανά, στην Κύπρο, στην Ελλάδα, στην Ισπανία -σε ολόκληρο τον πλανήτη- ανάγλυφα μπροστά μας.

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *