21 Φεβρουαρίου 2013

Ένα απαρατήρητο εθνικό έγκλημα

 του Περικλή Κοροβέση*
Το μεθοδικό σχέδιο καταστροφής της χώρας έχει έναν συγκεκριμένο στόχο: να διαλύσει ολοσχερώς την κοινωνία και να μετατρέψει τους πολίτες της σε ένα πεινασμένο κοπάδι που θα σπαράζεται μεταξύ του για λίγη τροφή. Αριστερίστικες υπερβολές; Αντιευρωπαϊκός φανατισμός; Κρυφό λόμπι δραχμής; Τίποτε από όλα αυτά. Απλά είναι η πρόταση του προέδρου του Συνδέσμου Γερμανών Βιομηχάνων, Χανς Πέτερ Κάιτελ, για τη μετατροπή όλης της Ελλάδας σε «ειδική οικονομική ζώνη» («Σπίγκελ» 10/9/12).
Το μοντέλο αυτό θυμίζει τα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας του Χίτλερ που χρησιμοποιούσε αιχμαλώτους πολέμου στις ίδιες βιομηχανίες που θα έρθουν αύριο να επενδύσουν στην Ελλάδα. Η μόνη διαφορά που υπάρχει είναι πως τότε οι αιχμάλωτοι δούλευαν καταναγκαστικά, ενώ αύριο θα πηγαίνουν εθελοντικά και θα θεωρούν τον εαυτό τους τυχερό που βρήκαν ένα κομμάτι ξερό ψωμί.
Αλλά για να γίνουν όλα αυτά χρειάζεται μια κοινωνία διαλυμένη και ένας λαός νικημένος και απελπισμένος. Και από τη σύγκρουση της φασίζουσας κυβέρνησης και της κοινωνίας, η τρόικα εσωτερικού βγαίνει νικήτρια. Ολα τα μέτρα των Μνημονίων πέρασαν. Και αυτό σημαίνει πως το όποιο κίνημα αντίστασης έχει αναπτυχθεί μέχρι σήμερα πρέπει να αναθεωρήσει τις μορφές πάλης που έχει χρησιμοποιήσει.
Και εδώ είναι η μεγάλη ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ που δεν κατόρθωσε να μετατρέψει το εκλογικό του ποσοστό σε μαχόμενη κοινωνική δύναμη και να μεταφέρει την αντιπολίτευση της Βουλής στους δρόμους. Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ όλο και στρογγυλεύει τις θέσεις του. Οπως παρατηρεί το έμπειρο στέλεχός του, Γιάννης Θεωνάς: «Προεκλογικά δεν μιλήσαμε ποτέ για αναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης. Μιλήσαμε για επανδιαπραγμάτευση του δημόσιου χρέους, με στόχο την οριστική διαγραφή του» («Δρόμος της Αριστεράς» 9/2/13). Πριν αναλάβει την κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αποδείξει πως είναι κοινωνική αντιπολίτευση.
Στον καταιγισμό των μέτρων για τη διάλυση της κοινωνίας έγινε ένα εθνικό έγκλημα που πέρασε σχεδόν απαρατήρητο. Οι κ. Σαμαράς, Βενιζέλος και Κουβέλης αποφάσισαν την κατάργηση του επαγγέλματος του συγγραφέα. Αυτό δεν έγινε με πράξη νομοθετικού περιεχομένου, αλλά με την επιβολή ενός χαρατσιού που κάνει το γράψιμο μια πολύ ζημιογόνα επιχείρηση.
Η Εταιρεία Συγγραφέων έστειλε μια έγγραφη διαμαρτυρία στους αρμόδιους υπουργούς, που από ό,τι γνωρίζω δεν έχει ακόμα απαντηθεί μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές. Μεταξύ άλλων τονίζει: «Ενα σημαντικότατο μέρος των συγγραφέων θα σταματήσει να εκδίδει κάθε είδους έργα, καθώς θα είναι απολύτως ασύμφορο να αποδίδουν στα ασφαλιστικά ταμεία το υπερπολλαπλάσιο των αμοιβών τους και των πνευματικών τους δικαιωμάτων».
Στα τρία χρόνια των Μνημονίων, σχεδόν κανένας συγγραφέας δεν έχει εισπράξει δικαιώματα. Οι περισσότεροι αρκούνται να δουν τη δουλειά τους τυπωμένη και συχνά αποφεύγουν να μιλούν για δικαιώματα (για τον φόβο μην τους πάρουν για αφελείς). Αλλά και άφραγκοι θα κληθούν να πληρώσουν χαράτσι.
Κάποιοι συγγραφείς που είχαν και άλλη δουλειά, περίμεναν πώς και πώς τη σύνταξή τους, να βρουν αυτόν τον πολύτιμο χρόνο για να γράψουν. Αλλά αλίμονο αν γράψουν. Τότε θα χάσουν τη σύνταξή τους. Και, αλήθεια, ποιος ορίζει τον δημιουργικό χρόνο ενός συγγραφέα; Πολλοί συγγραφείς γράφουν μέχρι να πεθάνουν. Το γράψιμο γι' αυτούς είναι η ίδια η ζωή τους. Και αν υποθέσουμε πως πάψουν να γράφουν οι συγγραφείς, αυτό θα σημάνει και το τέλος της ελληνικής γλώσσας, που θα πάψει να καλλιεργείται και να αναπτύσσεται.
Και όπως εύστοχα επισημαίνει ο Φώτης Τερζάκης στην «Αυγή» (3/2/13):
"Προοπτικά ιδωμένο, αυτό έχει μόνο μία αντικειμενική συνέπεια: την εξουδετέρωση της ελληνικής πνευματικής παραγωγής και, οριακά, την εξάλειψη της ελληνικής γλώσσας από τον παγκόσμιο διαπολιτιστικό χάρτη. Πρόκειται για ένα είδος εθνοτικής προλεταριοποίησης… Μόνο οι ηγεμονικές κεφαλαιοκρατικές δυνάμεις έχουν το δικαίωμα να παράγουν «πολιτισμό»".
Μήπως ήρθε ο καιρός να αρχίσουν να μεταναστεύουν και οι συγγραφείς, ακολουθώντας το νέο επιστημονικό δυναμικό αυτής της χώρας; Καλύτερο δώρο η Μέρκελ δεν θα περίμενε. Λαός χωρίς πνευματικούς ταγούς είναι σκλάβος.-
---
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *