21 Ιανουαρίου 2013

Ο Τσίπρας, ο Σόιμπλε και ο …μεσαίος χώρος

ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ
Γιώργος Λαουτάρης

«Ναι» στους μνημονιακούς δημοσιονομικούς στόχους αλλά χωρίς μνημονιακή λιτότητα, το μήνυμα που έστειλε ο ΣΥΡΙΖΑ από τη Γερμανία
Δείξε μου τους συνομιλητές σου, να σου πω ποιος είσαι. Με αυτή την αρχή στις αποσκευές ο Αλέξης Τσίπρας ταξίδεψε στο Βερολίνο, όπου εκτός από λουλούδια στον τάφο της Ρόζας Λούξεμπουργκ, άφησε και τα διαπιστευτήριά του στον ισχυρό άνδρα της Γερμανίας και της οικονομίας της ΕΕ, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Η Κουμουνδούρου μπορεί να κέρδισε με αυτό τον τρόπο την πολιτική της αναγνώριση ως δυνάμει κυβερνητική εναλλακτική για την Ελλάδα από την ηγεμονική δύναμη της Ευρώπης, ωστόσο έδωσε παράλληλα και εξετάσεις διαπραγμάτευσης, στις οποίες απέφυγε επιμελώς να θέσει το μείζον θέμα της κατάργησης του Μνημονίου και της αμφισβήτησης των δανειακών συμβάσεων της χώρας.
Παράλληλα, ο Αλέξης Τσίπρας κατέστησε σαφές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «ωριμάζει βίαια» όπως λέγεται μετά τις τελευταίες εκλογές, στην κατεύθυνση μιας ενσωματωμένης στο αστικό και θεσμικό σύστημα κυβερνητικής λύσης, με λιγότερο αιχμηρές θέσεις και περισσότερες πολιτικές υπεκφυγές.
Ο συμβολισμός που εκπέμπει μια άρνηση να συναντηθεί κανείς με κάποιον «επίσημο» βρίσκεται στον αντίποδα του χαρακτήρα που έχει η χειραψία και η πολιτισμένη ανταλλαγή απόψεων μεταξύ πολιτικών αντιπάλων.
Η μεταστροφή του ΣΥΡΙΖΑ στα πολιτικά αυτά ήθη ήταν εντυπωσιακά απότομη. Τον Ιανουάριο του 2012, όταν επισκεπτόταν την Ελλάδα ο υπουργός Άμυνας του Ισραήλ, Εχούντ Μπάρακ, το τμήμα Εξωτερικής Πολιτικής του Συνασπισμού κατήγγειλε την τότε κυβέρνηση ότι «η χώρα μας μετατρέπεται στην ουσία στο μακρύ χέρι των ισραηλινών στρατηγικών επιδιώξεων» και οι άνθρωποι του Συνασπισμού και του ΣΥΡΙΖΑ διαδήλωναν στους δρόμους της Αθήνας ότι ο επισκέπτης ήταν ανεπιθύμητος.
Μετεκλογικά όμως, τον Αύγουστο του 2012, η επίσκεψη του Σιμόν Πέρες στην Αθήνα οδήγησε τον Αλέξη Τσίπρα να φύγει όπως όπως από τον τόπο διακοπών του και να σπεύσει σε «εθιμοτυπική» όπως χαρακτηρίστηκε συνάντηση με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό.
Αντίστοιχα, τον Ιούλιο του 2012, σε μια δήλωση που συζητήθηκε πολύ, ο Αλέξης Τσίπρας χαρακτήρισε τους εκπροσώπους της τρόικας Τόμσεν, Μορς και Μαζούχ «εντεταλμένους υπαλλήλους», τονίζοντας ότι «δεν έχει κανένα νόημα η συνάντηση και η συζήτηση μαζί τους». Πριν αλέκτορα φωνήσαι, τον Σεπτέμβριο, ο Αλέξης Τσίπρας και σύσσωμο το οικονομικό του επιτελείο συναντήθηκε με τον Γερμανό επικεφαλής της τασκ φορς, Χορστ Ράιχενμπαχ.

Σκίτσο του Ανδρέα Πετρουλάκη
Απαντώντας στις επικρίσεις εκ δεξιών για τη συνάντηση με τον Σόιμπλε, η Κουμουνδούρου σημείωσε ότι ήταν μια πρώτη νίκη το γεγονός ότι η γερμανική πολιτική ηγεσία «αναγκάστηκε επιτέλους να αναγνωρίσει τη βούληση του ελληνικού λαού» και δέχτηκε να συναντηθεί με τον επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Όπως είπε και σε συνέντευξή του ο Γιάννης Μπαλάφας, μέλος της γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ, «ο επικεφαλής της γερμανικής οικονομικής πολιτικής επέλεξε σε αυτή τη φάση να αναβαθμίσει πολιτικά τον κύριο αντίπαλο του Σαμαρά, κομματικού εταίρου του Σόιμπλε, σε ευρωπαϊκό επίπεδο». Το γεγονός βέβαια ότι αποδίδεται στον Γερμανό υπουργό Οικονομικών ο ρόλος να επικυρώνει ή να αναγνωρίζει το εκλογικό αποτέλεσμα, σηκώνει μεγάλη συζήτηση για το πόσο ανεξάρτητο πνεύμα προδίδει.
Περαιτέρω όμως, και πιο ουσιαστικά, το επιχείρημα της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ για τη σημασία της συνάντησης ήταν ότι για πρώτη φορά σε υψηλό επίπεδο έγινε αντιπαράθεση απόψεων και επιχειρημάτων, εν είδει διαπραγμάτευσης. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι τόσο κατά τις δηλώσεις του μετά τη συνάντηση, όσο και στην συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στο Βερολίνο, ο Αλέξης Τσίπρας απέφυγε να επαναλάβει τη θέση για κατάργηση των μνημονιακών μέτρων «με ένα νόμο» όπως έχει στο παρελθόν τονίσει, παρά μίλησε κάπως αόριστα για τροποποίηση της οικονομικής πολιτικής.
Συγκεκριμένα, η δήλωση έξω από το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών ήταν πως «τα μνημόνια της λιτότητας τα απέρριψε η ίδια η ζωή, τώρα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τις επιπτώσεις», ενώ υπογράμμισε ότι «για μας είναι σημαντικό τόσο να χαραχθεί μια εναλλακτική οικονομική πολιτική, όσο και να υπάρξει κοινωνική δικαιοσύνη για να μπορούν να σταθούν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για την ανοικοδόμηση του κράτους και την παραγωγική ανασυγκρότηση». Συνολικά, παρατηρείται μια προσπάθεια σε επίπεδο δηλώσεων να ταυτιστεί το Μνημόνιο με τη λιτότητα, τη στιγμή που οι μνημονιακές επιλογές συνιστούν ένα σύνολο ρυθμίσεων για την οικονομική και κοινωνική ζωή, που εκτός από τα εισοδήματα, θίγουν καίρια και άλλες πλευρές, όπως το εργατικό δίκαιο ή τα δημοκρατικά δικαιώματα.
Αργότερα στη συνέντευξη Τύπου ο Αλέξης Τσίπρας είπε ότι το χρέος της Ελλάδας δεν είναι βιώσιμο και γι” αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ προτείνει δύο λύσεις: «Διάσκεψη πανευρωπαϊκή για το χρέος, ώστε να πάμε σε μια λύση επωφελή και γι” αυτούς που δανείζουν και για εμάς που δανειζόμαστε», μια κραυγαλέα αντίφαση και επίσης «να σταματήσει επιτέλους αυτή η εφαρμογή του παραλογισμού που είναι τα μνημόνια της λιτότητας». Εδώ ο Αλέξης Τσίπρας έσπευσε να διευκρινίσει ότι η «η ακύρωση των μνημονίων της λιτότητας ασφαλώς και δεν σημαίνει αναστολή της προσπάθειας για δημοσιονομική σταθεροποίηση».
Οι ασαφείς και αντιφατικές αυτές διατυπώσεις βγάζουν ίσως νόημα από τα όσα είπε ο ίδιος ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στην ελληνική αντιπροσωπεία. Σύμφωνα με τις σημειώσεις του Γιάννη Μηλιού τις οποίες δημοσιοποίησε μέσω twitter, ο Σόιμπλε κατέστησε σαφές ότι «εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι η επιτυχία των στόχων και όχι οι περικοπές από χαμιλόμισθους. Είναι στη διακριτική ευχέρεια της κυβέρνησης ο τρόπος που επιτυγχάνονται οι στόχοι». «Αν γίνουμε κυβέρνηση και μπορούμε να πετύχουμε διαφορετικά (π.χ. με φορολόγηση του πλούτου) να το κάνουμε» συμπέρανε ο Γ. Μηλιός. Το οικονομικό επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν, κατάλαβε ότι όλα είναι θέμα «μείγματος» πολιτικής που έλεγαν παλιότερα. Με διαφορετικά λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να αποδεχτεί τους μνημονιακούς δημοσιονομικούς στόχους, χωρίς όμως τη μνημονιακή λιτότητα.
Σύμφωνα με πηγές του πρακτορείου Ρόιτερς πάντως, θέση του Γερμανού υπουργού στην ελληνική αντιπροσωπεία ήταν πως «δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή από την εφαρμογή του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής» και ότι παράλληλα «η Ελλάδα θα μπορέσει να μείνει στο ευρώ μόνον εάν το πρόγραμμα εφαρμοστεί επιτυχώς».
Σε κάθε περίπτωση, το δυνατό σημείο της εικονικής αυτής διαπραγμάτευσης δεν ήταν το Μνημόνιο και οι δανειακές συμβάσεις. Για την ακρίβεια, ο ΣΥΡΙΖΑ κατέστησε για άλλη μια φορά σαφές ότι απορρίπτει κατηγορηματικά τις μονομερείς ενέργειες. Έτσι, με προληπτική εγκράτεια στα θεμελιώδη ζητήματα που μπορούν να πιέσουν την άλλη πλευρά (τακτική ολέθρια ασφαλώς για κάθε διαπραγμάτευση) εξάντλησε την επιθετικότητά του στα δευτερεύοντα: Έθεσε θέμα για το κατοχικό δάνειο της Γερμανίας και ζήτησε να αποστείλει η γερμανική στην ελληνική δικαιοσύνη τη δικογραφία Χριστοφοράκου, θέματα με τα οποία ο Σόιμπλε ούτε καν ασχολήθηκε.
Ποιο ήταν το μήνυμα της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ από αυτό το ταξίδι; Μικρότερη σημασία έχουν τα καθαυτό πρακτικά της συνάντησης, παρόλο που σε αυτό το επίπεδο μελετώνται από τις δύο πλευρές σχολαστικά και οι τελευταίες εξωγλωσσικές λεπτομέρειες, στο βαθμό που αποκαλύπτουν πολιτικές προθέσεις. Ο Αλέξης Τσίπρας όμως κατά κύριο λόγο ήθελε να απόδειξε ότι διαθέτει τη στόφα του «πρωθυπουργήσιμου», του κορυφαίου πολιτικού στελέχους που μπορεί να εκπροσωπεί τη χώρα του σε ανώτατο επίπεδο. Ποιος ήταν άραγε ο επιθυμητός αποδέκτης αυτού του μηνύματος; Φυσικά όχι το αριστερό ακροατήριο και η αριστερόστροφη εκλογική βάση του ΣΥΡΙΖΑ, που δίνει σημασία σε άλλες λεπτομέρειες, αν δεν απορρίπτει ολοκληρωτικά την υιοθέτηση των προτύπων της αστικής πολιτικής. Παραλήπτης είναι ο λεγόμενος μεσαίος χώρος: «Οι πολιτικές κυριαρχίες εδραιώνονται μέσα από την επικράτηση ηγετών και παρατάξεων στο μεσαίο χώρο», όπως γράφει ο θεωρητικός του ζητήματος, Γιάννης Λούλης (Πολιτική κυριαρχία, πώς κερδίζεται πώς χάνεται, εκδόσεις  Λιβάνη).
Ο Κώστας Καραμανλής για να γοητεύσει και να κερδίσει την εκλογική εμπιστοσύνη του στρώματος αυτού χρειάστηκε να προτείνει τον Κάρολο Παπούλια για πρόεδρο της Δημοκρατίας, να κατασκευάσει επί κυβέρνησής του μουσείο για τους πεσόντες κομμουνιστές το ’44 στην Καισαριανή, να κάνει τελετή εγκαινίων σε μουσείο μνήμης στον Άη Στράτη, να παρευρεθεί στην πολιτική κηδεία του Χαρίλαου Φλωράκη αλλά και να υποδεχτεί στο μέγαρο Μαξίμου τον Σύλλογο Φυλακισθέντων Εξορισθέντων Αντιστασιακών παραμονή του Πολυτεχνείου το 2007.
Το παιχνίδι των συμβολισμών ξεκίνησε και ο Αλέξης Τσίπρας ξεκινώντας μεν από άλλη αφετηρία, αλλά οδεύοντας προς τον ίδιο προορισμό. «Στην εποχή του πραγματισμού, η ιδεολογική καθαρότητα αποτελεί εμπόδιο για την επικράτηση στο μεσαίο χώρο και άρα ανάχωμα στην επίτευξη πολιτικής κυριαρχίας», συμπεραίνει ο Γιάννης Λούλης στο βιβλίο που εξέδωσε το 2007, θέση που φαίνεται να υιοθετεί ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ.
Η αλήθεια είναι όμως ότι η εποχή της ιστορικής οικονομικής κρίσης που διανύουμε σήμερα έχει θέσει εκτός ατζέντας κάθε εκδοχή μεικτής οικονομικής πολιτικής ή θολού πολιτικού στίγματος, όπως αυτά που πρεσβεύει σήμερα η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Για να δανειστούμε τις σκέψεις του Στάθη Κουβελάκη σε άρθρο του στην Ελευθεροτυπία της προηγούμενης Πέμπτης, «τα περιθώρια ενός ευπρεπούς συμβιβασμού έχουν προ πολλού εξανεμιστεί», ενώ «η σίγουρη κατάληξή του είναι η συνθηκολόγηση χωρίς καν να δοθεί η μάχη».
Πηγή: ΠΡΙΝ, 20/1/13

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *