19 Οκτωβρίου 2012

Περί της εξάρτησης και άλλων δεινών-Η ζώνη της νέας Λατινικής Αμερικής

Κώστας Παπουλής*
 Πρώτη διαπίστωση: Το βάθος της πολιτικής και οικονομικής εξάρτησης της χώρας φωτογραφίζεται από την επίσκεψη Μέρκελ. Όλη η συζήτηση επικεντρώθηκε στο τι πρέπει, και πώς πρέπει, να ειπωθεί στον κυρίαρχο ξένο παράγοντα. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η κ.α. Μέρκελ, αντιμετωπίστηκε, όπως περίπου αντιμετωπιζόταν ο Τσάρος στην προσοβιετική Ρωσία από τους κολίγους του.
Η εκπληκτική απουσία κάθε εθνικής στρατηγικής και ο φόβος, να εκπονηθεί, ή ακόμη και να συζητηθεί μια τέτοια, η κυριαρχία του δόγματος: πάση θυσία παραμονής στο ευρώ, μπας και υπάρξει κάποια συνολική λύση για την ΟΝΕ, επαιτώντας ευρωπαϊκά κονδύλια, -περιμένοντας ουσιαστικά να μας σώσουν οι άλλοι-, η αποδοχή άνευ-όρων μιας τεράστιας ύφεσης και οικονομικής καταστροφής, δείχνει έναν παρασιτικό αστικό και πολιτικό κόσμο, που ούτε καν φαντάζεται ότι μπορεί να σταθεί σε δικά του πόδια.
Αντίστοιχα, η απουσία επεξεργασίας ενός εθνικού σχεδίου από την αριστερά, ενός planB, δείχνει και την δικιά της αδυναμία να αυτενεργήσει, να πάρει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Αυτό καταδεικνύει ότι σε αυτή τη χώρα και η αριστερά της, είχε συνηθίσει στην ιδεολογική και πολιτική εξάρτηση από ξένα κέντρα, είτε αυτή ήταν η Σοβιετική Ένωση, είτε ο Μπερλιγκουέρ και το Ιταλικό Κ.Κ.. Σήμερα που η ιστορία τα έφερε έτσι, ώστε να πρέπει να δημιουργήσει μια δικιά της απάντηση, να κτίσει ένα νέο παράδειγμα, πιθανόν για όλη την Μεσόγειο, φαίνεται να τα έχει χαμένα.
Δεύτερη διαπίστωση : Οι κινητοποιήσεις κατά της επίσκεψης Μέρκελ, όπως και αυτή της προηγούμενης γενικής απεργίας, δεν καταγράφουν  μια εγρήγορση του λαϊκού στοιχείου, αλλά μάλλον μια παραίτηση του. Πρέπει να αναρωτηθούμε αν  είμαστε μπροστά στο τέλος ενός κύκλου μεγάλων κινητοποιήσεων και τι πρέπει να κάνουμε για να ενισχύσουμε το λαϊκό ρεύμα της ανατροπής.
Ο Γκυ Ντεμπορ, μια εμβληματική μορφή του Μάη του 68,  11 χρόνια μετά το   Μάη διαπίστωνε το εξής: «Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία, για όποιον κοιτάζει ψυχρά το ζήτημα, ότι εκείνοι που θέλουν πραγματικά να ανατρέψουν μια κατεστημένη κοινωνία, οφείλουν να διατυπώσουν μια θεωρία που να εξηγεί σε βάθος αυτή την κοινωνία, ή τουλάχιστον να δίνει την εντύπωση ότι προσφέρει μια ικανοποιητική ερμηνεία.»
Τηρουμένων των αναλογιών, αυτή την στιγμή, απέναντι στο ισχυρό χαρτί του συστήματος, τον «φόβο της δραχμής», που δυστυχώς καλλιεργούν σε διαφορετικό βαθμό και μεγάλα κομμάτια της αριστεράς, δεν έχει διατυπωθεί ένα προγραμματικό πλαίσιο που να προσφέρει μια ικανοποιητική απάντηση και ανάλυση της ελληνικής κρίσης και να δίνει εγγυήσεις επιτυχημένης εξόδου από αυτήν. Η τουλάχιστον μια τέτοια πρόταση, δεν έχει γίνει εφικτό να διαδοθεί,  να γίνει κτήμα του λαϊκού παράγοντα και να του δώσει την αναγκαία ώθηση.
Στο βαθμό που τις προεκλογικές εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ, φαίνεται καθαρά πια ότι δεν τις πιστεύουν ούτε οι ίδιοι, την κύρια ευθύνη την έχουμε εμείς και όταν λέω εμείς, εννοώ το σύνολο των αντί-Ε.Ε. δυνάμεων, από το ΚΚΕ, μέχρι αυτή την αίθουσα, αλλά και εκείνοι που είναι στο ΣΥΡΙΖΑ και ισχυρίζονται ότι έχουν τέτοιες απόψεις, αλλά  τις  κρύβουν από την κοινωνία. Στην Ελλάδα, την πιο κτυπημένη χώρα από το ευρώ, τα αντι-ευρώ. αισθήματα είναι λιγότερα από την Γερμανία.
Τις δύο παραπάνω διαπιστώσεις συμπύκνωσε   ο Χουάν Ραμόν Ρότσα, ο παλιός Αργεντινός ποδοσφαιριστής του παναθηναϊκού: «Οι Έλληνες είπε, δεν αντιδρούν, Εδώ δεν γίνεται ουσιαστική συζήτηση για τις αιτίες της κρίσης, ούτε για το πώς θα έρθει ανάπτυξη σε μια ξεζουμισμένη χώρα».
Δυστυχώς και στην αριστερά δεν έγινε, ούτε γίνεται μια ανάλογη συζήτηση. Ακόμη και οι πολιτικοί χώροι που προσπαθούν  να δώσουν  μια εναλλακτική απάντηση, όπως ο δικοί μας, δεν μπαίνουν στα βαθιά, ίσως δεν έχουν συγκεντρώσει και τις απαραίτητες κρίσιμες δυνάμεις για μια τέτοια προσπάθεια.
Ελλείμματος, μιας ουσιαστικής συζήτησης εμφανίζονται  πολλά παράδοξα. Η αριστερά στο σύνολο της δηλώνει εναντίον της παγκοσμιοποίησης. Όμως, η Ε.Ε., και ιδιαίτερα η ζώνη του ευρώ είναι η περιοχή του κόσμου που λαμβάνει σάρκα και οστά η υπερπαγκοσμιοποίηση, διότι εδώ, η ελευθερία κυκλοφορίας εμπορευμάτων και κεφαλαίων είναι καθολική. Παρ’ όλα   αυτά, μεγάλο κομμάτι της αριστεράς υποστηρίζει την συμμετοχή της χώρας στην πιο υπερπαγκοσμιοποιημένη ζώνη του πλανήτη. Στην πραγματικότητα, το φαντασιακό επέκεινα των πολυεθνικών και του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, είναι όλος ο πλανήτης να μεταμορφωθεί σε μια κοινή αγορά με ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων και στο βαθμό του εφικτού και με κοινό νόμισμα, ώστε η κερδοφορία να μην συναντάει «γεωγραφικά» εμπόδια.
Ακόμη, στoσύνολο της ελληνικής αριστεράς, και στην πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας, δεν έχει σπάσει ο μύθος του ελεύθερου εμπορίου. Δηλαδή, ότι η ελευθερία του διεθνούς εμπορίου δεν ωφελεί όλα τα συναλλασσόμενα μέρη, ιδιαίτερα τις οικονομίες  χαμηλής ή μεσαίας δυναμικότητας, όταν συναλλάσσονται με οικονομίες πολύ πιο ανεπτυγμένες από αυτές.
Αντίθετα, με ότι ισχυρίζεται η νεοκλασική θεωρία, ο νεοφιλελευθερισμός, τα ισχυρά κράτη, καθώς και οι συνταγές του Δ.Ν.Τ., και της λεγόμενης συναίνεσης της Ουάσιγκτον, η ιστορία της πραγματικής οικονομικής ζωής των εθνών, δεν μας προσφέρει κανένα παράδειγμα χώρας  περιφερειακής ή ημιπεριφερειακής, η οποία να ανέβηκε τα σκαλοπάτια του διεθνούς καταμερισμού εργασίας παραδιδόμενη στο ελεύθερο εμπόριο, πόσο μάλλον σε συνδυασμό και με την ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων. Αλλά και αυτές που σήμερα λέμε πλούσιες χώρες και διευθύνουν την παγκόσμια οικονομία, χρησιμοποίησαν τον προστατευτισμό και τον κρατικό σχεδιασμό, για να προετοιμαστούν για να εισέλθουν στο στίβο του ελεύθερου εμπορίου.
Μέχρι και η Κίνα, που μετασχηματίστηκε σε παγκόσμιο παίκτη, χρωστάει πολύ περισσότερα στην κρατική της προστασία από τις παγκόσμιες δυνάμεις της αγοράς, παρά στους χαμηλούς μισθούς της.
Όπως διαπιστώνει και ο Ντάνι Ρόντρινκ, καθηγητής διεθνούς οικονομίας στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, στο βιβλίο του «το παράδοξο της παγκοσμιοποίησης» : «Ένας περίπλοκος κόσμος χρειάζεται πολιτικές αλεπούς. Αυτό είναι εξίσου λογικό με το να βάζουμε σήτα σε ένα ανοιχτό παράθυρο, σε έναν τέλειο κόσμο δεν θα υπήρχαν κουνούπια». Όταν δηλαδή η ελονοσία, έχει   εισβάλει στο σπίτι, τότε για να διώξουμε τα κουνούπια δεν χρειάζεται να κτίσουμε τα παράθυρα, αλλά αρκεί να βάλουμε σήτες.
Με άλλα λόγια, το ερώτημα  δεν είναι -όπως τίθεται  στην δημόσια συζήτηση στην Ελλάδα- ή ευρωζώνη ή Αλβανία, ή Ε.Ε. ή αυτάρκεια, αλλά πόσες και ποιες είναι οι κατάλληλες σήτες, ώστε να δημιουργηθεί ένα παραγωγικό μοντέλο που χρησιμοποιώντας τους εγχώριους πόρους θα οδηγεί σε μια αυτοδύναμη αλλά όχι αυτάρκη οικονομία, που θα εξυπηρετεί τις δυνάμεις της εργασίας  και της δημοκρατίας.
Αντίθετα τα τελευταία τριάντα χρόνια, με την είσοδο στην ΕΟΚ αλλά και με την αποδοχή της συμφωνίας  του Μάαστριχτ και την είσοδο στο ευρώ, η μικρή παραγωγική βάση της χώρας  υποχώρησε σημαντικά και η Ελλάδα δορυφοροποιήθηκε έντονα από το ευρωπαϊκό κέντρο.
Οι οικονομικές συνθήκες στην Ε.Ε., αλλά πολύ περισσότερο στην ευρωζώνη τείνουν να ταυτιστούν με αυτές που επικρατούν στο εσωτερικό μιας χώρας, μια που υφίσταται κοινό νόμισμα, ελευθερία του εμπορίου και ελεύθερη διακίνηση των συντελεστών παραγωγής.
Ο σουηδός νομπελίστας οικονομολόγος και κοινωνιολόγος Μυρντάλ, έχει δείξει, ίσως καλύτερα από άλλους,  ότι ιδιαίτερα μέσα σε μια χώρα, αλλά και σε διεθνές επίπεδο, στον ανάλογο βαθμό που υπάρχει απελευθέρωση του εμπορίου και ελεύθερη διακίνηση των συντελεστών παραγωγής,  το κέντρο, οι ανεπτυγμένες περιοχές, αποψιλώνουν τις καθυστερημένες, έτσι οι διεθνείς   και οι περιφερειακές ανισότητες βαθαίνουν.
Οι επιχειρήσεις του κέντρου που διαθέτουν παραγωγικό πλεονέκτημα, λόγω υψηλής τεχνολογίας, δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού, οικονομιών κλίμακας και συγκέντρωσης, και διάφορων ιστορικών λόγων, πλημμυρίζουν  με αγαθά την περιφέρεια,  σταδιακά την αποδυναμώνουν, δημιουργώντας ανεργία και τάση μετανάστευσης.
Το κέντρο ενισχύει την παραγωγική του βάση, καταλαμβάνει τις αγορές της περιφέρειας, αυξάνει τους μισθούς, ενώ συγχρόνως υποδέχεται εργατικό δυναμικό. Μεγαλώνει την αγορά του και με αυτό τον τρόπο, μπαίνει σε μια διαδικασία αυτοτροφοδοτούμενης ανάπτυξης, ή όπως λέει ο Μυρντάλ «σωρευτικής αιτιότητας»1.
Αυτή  η διαδικασία όταν πραγματοποιείται μέσα σε ένα εθνος-κράτος, έχει άλλες δικλείδες ασφαλείας, από ότι σε διεθνές επίπεδο. Αν π.χ., η Ηγουμενίτσα έχει αποψιλωθεί από την Αθήνα, υπάρχει ένα ενιαίο κράτος και κοινά ασφαλιστικά ταμεία, που θα πληρώσουν για την δημόσια εκπαίδευση, για τις συντάξεις των γερόντων, την περίθαλψη, τα επιδόματα ανεργίας. Δεν λέει κανείς στην Ηγουμενίτσα, βγάλτα πέρα μόνη σου.
Η παρούσα κατάσταση στην Ε.Ε., όπου οι  Βαυαροί  δεν θέλουν να ενισχύουν καν τις αδύναμες περιφέρειες της υπόλοιπης Γερμανίας,  η Καταλονία που θέλει να αποσχιστεί από την Ισπανία, αλλά και η εμφάνιση του ίδιου ζητήματος στην Σικελία, αλλά και στην Σκωτία, τα πενιχρά αισθήματα αλληλεγγύης που υπάρχουν στις χώρες της  Μπενελούξ για τον υπόλοιπο Νότο, αλλά και τα «αμοιβαία» αισθήματα των λαών των  PIIGSγια την Γερμανία, δείχνουν την «έκρηξη» των περιφερειακών και εθνικών ανισοτήτων, αλλά και της δυσφορίας για την Ε.Ε.,  που απειλούν όχι μόνο την συνοχή του ευρώ η της Ε.Ε., αλλά και των ίδιων των  κρατών.
Η τάση είναι η παραπέρα απελευθέρωση των δυνάμεων της αγοράς σε υπερεθνικό επίπεδο, όπως μαρτυρούν η Δημοσιονομική συνθήκη και το  σύμφωνο της ανταγωνιστικότητας, άρα ενδυνάμωση των διεθνών και περιφερειακών ανισοτήτων, σε απόλυτη συσχέτιση με τις κοινωνικές ανισότητες.
Αυτή την στιγμή στο χώρο ή στην χώρα του ευρώ, οι πολυεθνικές και οι ισχυρές επιχειρήσεις της Γερμανίας και των δορυφορικών της χωρών, έχουν διεισδύσει και διεισδύουν ακόμη στις αγορές της περιφέρειας. Η πόλωση όμως στην ευρωζώνη θα ενταθεί από δύο επιπλέον παράγοντες. Ο πρώτος είναι η μετανάστευση που μας αφορά πολύ, διότι το ισχυρό χαρτί της Ελλάδας είναι το επιστημονικό της δυναμικό, μια νεολαία που μπορεί όχι μόνο να αποτελέσει την πιο ισχυρή παραγωγική δύναμη, αλλά και την νέα πολιτική πρωτοπορία, και η οποία απειλείται να απορροφηθεί από το ευρωπαϊκό κέντρο.
Ο δεύτερος είναι η αντιστροφή της φοράς ροής των κεφαλαίων λόγω αποπληρωμής χρεών του Νότου, η τουλάχιστον το πάγωμα της χρηματοδότησης των εξωτερικών ελλειμμάτων της περιφέρειας.
Η ακραία πόλωση που αντικειμενικά  διαμορφώνεται στο χώρο του ευρώ ή στην ευρωχώρα, σε συνθήκες διεθνούς αναστάτωσης ή κρίσης,   οδηγεί σε ασύμμετρες καταστάσεις ανάμεσα στο κέντρο και την περιφέρεια και σε διαφορετικές επιπτώσεις, αρά και κατανόηση της κρίσης στους ευρωπαϊκούς λαούς.
Ακόμη, και αν υποθέσουμε ότι η διαδικασία της αποψίλωσης της περιφέρειας, κάποια στιγμή πλησιάζει το όριο της. Τότε, υπάρχει ένας κανόνας που  έχει δείξει πρώτος ο Prebisch, και λίγο διαφοροποιούμενος  αργότερα, έχει μείνει στην  βιβλιογραφία   ως κανόνας των 45 του Krugman, η νόμος του Thirwall (!), που πάνω κάτω λέει, ότι αν η μια χώρα πουλάει μπανάνες και ελιές καλαμών και η άλλη χώρα μερσεντές και τηλεοράσεις και δεν υπάρχει εξωτερικός δανεισμός,  τότε είναι βέβαιο ότι  η χώρα που παράγει προϊόντα που στην αύξηση του εισοδήματος  ανεβαίνει πιο γρήγορα   η ζήτηση για αυτά, δηλαδή για τις μερσεντές   και τις τηλεοράσεις αναπτύσσεται αναλόγως ταχύτερα.
Η ελληνική οικονομία όπως  έχει υπολογίσει ο Θ. Μαριόλης, για να σταθεροποιήσει το ποσοστό ανεργίας της χρειάζεται μια ανάπτυξη της τάξης του 2%. (βλ: http://www.tometopo.gr/home/news/969-2012-10-12-12-48-48.html). Μιλάμε, για να σταθεροποιηθούν ποσοστά ανεργίας με μια θάλασσα ανέργων, όχι για να μειωθεί η ανεργία. Η ελληνική οικονομία δεν φαίνεται την επόμενη δεκαετία-στο βαθμό που παραμείνει στο ευρώ- να μπορεί να χρηματοδοτήσει ελλείμματα του εξωτερικού τομέα μια που είναι αποκλεισμένη από κάθε πηγή εξωτερικού δανεισμού, αντίθετα θα πρέπει να εκρέουν κεφάλαια από αυτήν για αποπληρωμή. Για να αναπτύσσεται όμως με 2%, σε αυτές τις συνθήκες, θα πρέπει οι άλλες  χώρες του κέντρου  να αναπτυχθούν πολύ ταχύτερα, κάτι που δεν φαίνεται στον ορίζοντα.
Και από το παραπάνω συνάγεται το εξής: Η ελληνική οικονομία στο βαθμό που παραμείνει στο ευρώ, μετά από μια περίοδο βαθιάς ύφεσης, θα οδηγηθεί στην στασιμότητα. Δηλαδή δεν έχουμε να κάνουμε με το μοντέλο της κινεζοποίησης, χαμηλά μεροκάματα με αύξηση όμως της απασχόλησης, αλλά με την πακιστανοποίηση της χώρας. Ποσοστά ανεργίας αφρικανικού τύπου, τραγικοί μισθοί, κατάργηση του κοινωνικού κράτους, μια Ελλάδα φτωχιά και γερασμένη από την μετανάστευση.
Μπορούμε λοιπόν να κρατήσουμε το εξής συμπέρασμα για την Ε.Ε. και την ευρωχώρα,  τις ομόκεντρες ζώνες της υπερπαγκοσμιοποίησης. Το κέντρο μέσα από τις ανταγωνιστικές πιέσεις που ασκεί στις περιφερειακές χώρες, τις εγκλωβίζει σε ένα σύστημα περιορισμών. Ένα σύστημα περιορισμών που το κάνει πιο σιδερένιο, το θεσμικό πλαίσιο της Ε.Ε., που καταργεί κάθε έννοια ανεξάρτητης βιομηχανικής και αγροτικής πολιτικής, προωθεί ιδιωτικοποιήσεις, απελευθερώνοντας συνέχεια   αγορές, από την ενέργεια μέχρι τις μεταφορές και τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Καταργείται λοιπόν στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη περιφέρεια από αυτούς τους περιορισμούς, η δυνατότητα για ανάπτυξη μέσα από μια εσωστρεφή και αυτοδύναμη διαδικασία. Αυτός ακριβώς είναι ο βασικός ορισμός της εξάρτησης όπως έχει διατυπωθεί και στο παρελθόν και από πολλές σχολές, με κέντρο βάρους την Λατινική Αμερική.
Με αυτήν την έννοια μέσα στην ευρωζώνη γεννιέται μια νέα  Λατινική Αμερική, μια ζώνη θυελλών που ξεκινάει από την Αθήνα και καταλήγει στην Λισαβώνα.  Δεν υπάρχει βεβαιότητα ότι η αλυσίδα θα σπάσει. Μπορεί να μεταβληθούμε σε μια από τις Σικελίες της ευρωζώνης, η σε μια αποικία της Γερμανίας, αλλά μπορεί και σε ένα  Καράκας ή ένα σοσιαλιστικό Μπουένος Άιρες.
Τα χρόνια της ΕΟΚ και της κοινής αγοράς, λόγω ισχυρών κοινοτικών εισροών αλλά και ύπαρξης εθνικού νομίσματος, δεν συνειδητοποιήσαμε σαν λαός τις επιπτώσεις από την παραγωγική αποδιάρθρωση της πατρίδας μας.
Τα χρόνια του ευρώ, ο εξωτερικός δανεισμός, δημιούργησε μια πλαστή ευμάρεια  για την μεσαία τάξη. Έκρυψε την απώλεια του εθνικού νομίσματος και κατασκεύασε την ψευδαίσθηση της «ισχυρής» Ελλάδας. Πολλοί, δυστυχώς και η αριστερά χρησιμοποίησαν την παγκόσμια  κατάταξη της χώρας στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ μετρούμενο σε δολάρια, παίρνοντας μάλιστα σαν έτος στόχο το 2008 που πιάστηκε και το ταβάνι. Το 2000 το ονομαστικό ΑΕΠ της Ελλάδας ήταν 124 δις δολάρια, έξι δις λιγότερα από το 1995 και 30 περισσότερα από ότι το 1990.   Το 2008 ήταν 341 δις δολάρια, δηλαδή 2,75 φορές περισσότερα από ότι το 2000. Για να μην βλέπουμε το δέντρο και χάνουμε το δάσος, η μεγαλύτερη αύξηση αυτού του μεγέθους, οφείλεται στην ανατίμηση  του ευρώ έναντι του δολαρίου. Μια δεύτερη συνιστώσα της αύξησης είναι ο υψηλός ελληνικός πληθωρισμός που και αυτός φούσκωσε το παρατηρούμενο μέγεθος. Η τρίτη συνιστώσα   η μεσαία σε ποσοστό συμμετοχής στην ονομαστική αυτή αύξηση, η θεωρητικά πιο πραγματική είναι, η   αύξηση των ρυθμών ανάπτυξης ανάμεσα στο 2000 και στο 2008, που και αυτή ήταν μη βιώσιμη με την έννοια ότι στηριζόταν εξ ολοκλήρου   στον  εξωτερικό δανεισμό.
Αντίθετα κανένα στοιχείο της ελληνικής οικονομίας δεν δικαιολογούσε μια πραγματική μεγέθυνση. Ο Θ. Μαριόλης  επιμένει στην αρθρογραφία του τελευταία, να τονίζει ότι η ελληνική οικονομία ήταν η μοναδική στην ζώνη του ευρώ που είχε όλα τα χρόνια αρνητική αποταμίευση.  Με άλλους όρους μας λέει, ότι δεν υπήρχε στην Ελλάδα κομμάτι της υπεραξίας, η του πλεονάσματος, που να συσσωρευόταν, να γινόταν επενδύσεις. Η με άλλα λόγια,  αν δεν δανειζόμασταν από το εξωτερικό, με το που μπήκαμε στο ευρώ θα είχαμε βρεθεί σε φάση αποανάπτυξης και ύφεσης.
Θα μπορούσαμε να πούμε, ότι και με απλά ορθόδοξα οικονομικά όπως αυτά για τις άριστες νομισματικές περιοχές,  η καταστροφική επίπτωση του ευρώ για την Ελλάδα, ήταν εύκολα προβλέψιμη,  αλλά δεν είναι του  παρόντος.
Απουσία κάθε συζήτησης στην αριστερά, και κυριαρχούμενη από ιδεοληψίες, δεν διαπιστώθηκε ότι το ελληνικό καράβι με σημαία το ευρώ οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια σε μια θαλάσσια νάρκη. Ενώ είχαν δημιουργηθεί τεράστια εξωτερικά ελλείμματα, λόγω απώλειας ανταγωνιστικότητας, που τροφοδοτούσαν τα δημόσια ελλείμματα, ενώ οι τόκοι εξυπηρέτησης του εξωτερικού χρέους σκαρφάλωναν συνέχεια, ενώ η σύνθεση του δημοσίου χρέους άλλαζε, και μετατρεπόταν σε  εξωτερικό, ενώ η διάρθρωση της οικονομίας χειροτέρευε, εγκαταλείποντας όλο και περισσότερο τους κλάδους διεθνών εμπορεύσιμων αγαθών και στρεφόμενη σε κλάδους όπως οι κατασκευές, που έφτασαν να συνεισφέρουν έμμεσα ή άμεσα στο 15% του ΑΕΠ και στο 17% της απασχόλησης,   παραμονές της κατάρρευσης, η αριστερά δήλωνε στην βουλή, ότι οι χώρες δεν χρεοκοπούν και όλα αυτά είναι πάνω κάτω ένα κόλπο. Η αλλιώς η αριστερά ξαναπιάστηκε με τις πυτζάμες.
Δυστυχώς σήμερα, επειδή η εξάρτηση της Ελλάδας βάθυνε μέσω του χρέους και παίρνει χαρακτηριστικά χρηματοπιστωτικής εξάρτησης, όπως επί Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου αλλά και επί σχεδίου Μάρσαλ, να μην το ξεχνάμε, κινδυνεύουμε να ζήσουμε  μορφές αποικιακής εξάρτησης παλιού τύπου. Η υποθήκευση του δημόσιου πλούτου, το είδος των δανειακών συμβάσεων η χρησιμοποίηση της χώρας μέσω ειδικών οικονομικών ζωνών για φτηνά εργατικά χέρια, το άνοιγμα των ορυχείων χρυσού στην Χαλκιδική, σχέδια σαν τον ήλιος, παραπέμπουν στην χρησιμοποίηση της Ελλάδας από την Γερμανία όπως εκμεταλλεύτηκε η Αγγλία τις Ινδίες .
Για αυτό εξ αρχής, είχαμε προτείνει την απελευθέρωση από τα δεσμά του χρέους που αναγκαστικά οδηγεί στην έξοδο από το  ευρώ και στην αναμέτρηση με το ευρωπαϊκό κέντρο.
Γνωρίζουμε ότι αυτό το πρόγραμμα  είναι μισό. Σε μια χώρα με τα διαρθρωτικά προβλήματα της Ελλάδας, και το βάθος της κρίσης, μια έξοδος και μια ανάκτηση των μέσων συναλλαγματικής, δημοσιονομικής, και νομισματικής πολιτικής είναι μόνο το πρώτο βήμα. Ίσως, αυτό είναι επαρκές για μια χώρα όπως η Ιταλία. Όμως δεν υπάρχει χειρότερα από την παραμονή στο ευρώ, και μία έξοδος πρέπει να κρίνεται συγκριτικά με την επιλογή και τις συνέπειες της παραμονής. Πρέπει να σπάσει η εξάρτηση, η οικονομική εξάρτηση, που γεννάει την πολιτική εξάρτηση της χώρας. Μαζί της θα θρυμματιστεί το παρασιτικό πολιτικό και οικονομικό σύστημα, ανοίγοντας την δυνατότητα σοσιαλιστικού και αμεσοδημοκρατικού μετασχηματισμού.
Μας λείπει ένα συνολικό σχέδιο.  Η αριστερά, τα χρόνια που η Ελλάδα μπορούσε να πάρει ένα άλλο μονοπάτι, απαντούσε με όλες τις συλλογικές της εργασίες, αλλά και ιδιαίτερα με τα λόγια του Μπάτση το 1947, στην εργασία του η «Βαριά βιομηχανία στην Ελλάδα» ότι:  «η Ελλάδα είναι μια  χώρα βιώσιμη και ότι η βιωσιμότητα της χώρας δεν έχει σχέση με την λογική της αυτάρκειας…αλλά με την δυνατότητα να ζήσει ο τόπος αναπτύσσοντας  με την εργασία των κατοίκων του, κατά κύριο λόγο, τις εσωτερικές παραγωγικές δυνάμεις που περικλείει». Εκεί εξηγώντας κλάδο-κλάδο, πως μπορεί να γεννηθεί μια αυτοδύναμη παραγωγική δομή,   έφτανε στο σημείο να ορίσει και τα σημεία χωροθέτησης των νέων βιομηχανικών συγκροτημάτων, όπως στην περιοχή του Αχελώου και Αλιάκμονα, για να είναι κοντά σε πηγές ενέργειας. Αφού, μας ξεκαθάριζε πως αυτό το σχέδιο που έχει στόχο το σοσιαλισμό,   δεν μπορεί να νικήσει, παρά μόνο μέσα από μια διαδικασία δημοκρατίας και λαϊκής ανάτασης,  σε μια παραπομπή τονίζεται το εξής: « η θεωρία της αντιπολίτευσης στην ΕΣΣΔ, έλεγε ότι δεν μπορεί να γίνει τίποτα στην ΕΣΣΔ, αν δεν γίνουν σοσιαλιστικές οι μεγάλες χώρες της Δύσης, Η «θέση» αυτή, σήμαινε εγκατάλειψη των σκοπών της μεγάλης Οκτωβριανής επανάστασης».
Αναλόγως σήμερα, ο «φόβος» μην μείνουμε μόνοι μας δεν πρέπει να  μας οδηγήσει στην αποδοχή μιας μοίρας γερμανικού προτεκτοράτου. Πέρα ότι ο φόβος αυτός είναι πλαστός, γιατί από τα 180 και πόσα κράτη του κόσμου, μόνο 27 είναι στην Ε.Ε., και μόνο 17 έχουν κοινό νόμισμα, άρα και μόνοι μας μπορούμε να προχωρήσουμε,  κάποιος, όμως, στην Αθήνα, στην Λισαβώνα, ή στην Μανδρίτη η ακόμη και στην Ρώμη πρέπει να κάνει το πρώτο βήμα, αλλιώς θα πρέπει να περιμένουμε πότε  μια  κομμουνιστική ομάδα θα καταλάβει την εξουσία στην Γερμανία, η πότε θα αλλάξουν οι συσχετισμοί στις μεγάλες χώρες της Δύσης. Όπως ακριβώς, έπεσαν από το 73-77, οι δικτατορίες των συνταγματαρχών, του Σαλαζάρ, του Φράνκο στις χώρες του Νότου, έτσι σήμερα μπορεί να πέσει παράλληλα η χούντα του ευρώ και της Ε.Ε.. Για να κάνω μια ιστορική παρένθεση, έχω διαπιστώσει και ομολογώ ότι μου έχει κάνει εντύπωση, ότι στο πιο ακραίο από τα επαναστατικά ρεύματα και συγκεκριμένα στον Ισπανικό αναρχισμό, που διεύθυνε μια πραγματική επανάσταση στην Ιβηρική και στα 80 χρόνια που ρίζωσε στην Ισπανία, και μέχρι να εγκαταλείψει ηττημένος την Βαρκελώνη το 1939, δεν υπήρχε ποτέ η ανησυχία, ούτε καν το ερώτημα,  για το τι θα γίνει αν η αναρχία επικρατήσει μόνο στην Ισπανία.
Κλείνοντας, και για να ανοίξω το θέμα της γεωπολιτικής, που ακολουθεί, δεν δύναμαι να καταλάβω τις «πατριωτικές» ανησυχίες, εκείνες που λένε ότι μια έξοδος από το ευρώ και την Ε.Ε., υπάρχει περίπτωση να ενισχύσει την Τουρκία -πράγμα που δεν το πιστεύω-. Άλλωστε, πότε μας προστάτεψε η Ε.Ε.;  Είναι όμως δυνατόν να αποδεχτούμε την διατήρηση μιας κατάστασης υποτελούς χώρας, χωρίς εθνική κυριαρχία,  που απειλείται κυριολεκτικά με κατάσχεση, ενός γερμανικού προτεκτοράτου,  χάριν του φόβου της Τουρκίας;
(1): Στο κέντρο η αιτία που δημιουργείται ο πλούτος είναι ο πλούτος, αντίθετα στην περιφέρεια η πενία γεννάει  την πενία. Να σημειώσουμε, ότι αυτό το συμπέρασμα ότι η φτώχια είναι η αιτία της φτώχιας, το έβγαλε ο Μυρντάλ  ως κοινωνιολόγος, όταν μελέτησε την μαύρη κοινότητα των ΗΠΑ και το μετέφερε στις οικονομικές επιστήμες. Από εκεί προκύπτει η έννοια της «σωρευτικής αιτιότητας».
*ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΗΜΕΡΙΔΑ ΤΟΥ ΜΑΑ [13/10/2012] ΓΙΑ ΤΟ ''ΣΧΕΔΙΟ Β΄''

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *