16 Αυγούστου 2012

Αιματοβαμμένοι και... βραβευμένοι ηγέτες του Ισραήλ

Από την «Ιργκούν» και τη «Χαγκάνα» στα Νόμπελ Ειρήνης και το Χρυσό Μετάλλιο του Μεϊμαράκη: Η «λογική» διαδρομή των σιωνιστών...
Διονύσης, Ελευθεράτος «Πριν», στις 12 Αυγούστου 2012)
Ποιοι κερδίζουν αυτές τις ημέρες χρυσά μετάλλια; Στο Λονδίνο οι αθλητές πολλών χωρών, στην Αθήνα ο ... πρόεδρος του Ισραήλ! Έγινε λοιπόν κι αυτό: Τιμήθηκε με το Χρυσό Μετάλλιο της ελληνικής Βουλής ο Σιμόν Πέρες, για την «προσφορά του στην παγκόσμια κοινότητα και την ειρήνη».

Δεν ρωτήθηκε φυσικά κανείς, ούτε αναζητήθηκαν στοιχειώδεις επιφάσεις «θεσμικής εγκυρότητας» για την απόφαση αυτή. Σιγά μην «κολλούσαν» σε τέτοιες... λεπτομέρειες οι εγχώριες πολιτικές ελίτ και μάλιστα σε μία περίοδο, κατά την οποία εκτός όλων των άλλων αναγορεύουν το Τελ Αβίβ σε ύψιστο «σύμμαχο - προστάτη» στην παρτίδα των υδρογονανθράκων και της ΑΟΖ...


Είναι προφανές ότι το ίδιο το ποιόν του τιμώμενου προσώπου δεν έχει καμία σημασία: Εάν χρειαζόταν, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης θα ανακήρυττε μέγιστο ειρηνοποιό και... ευεργέτη της «παγκόσμιας κοινότητας» τον Αριέλ Σαρόν, ή τον (προσφάτως αποθανόντα) Γιτζάκ Σαμίρ, ή ακόμη και τον «Χ» τέως στρατιωτικό που θα καμάρωνε ότι συμμετείχε στη σφαγή των γυναικόπαιδων στους παλαιστινιακούς καταυλισμούς Σάμπρα και Σατίλα, στο Λίβανο, το 1982...

Στην περίπτωση του σημερινού ισραηλινού προέδρου η βράβευση διαθέτει ένα «νομιμοποιητικό στοιχείο», από εκείνα που ενδέχεται να σημαίνουν κάτι στο νου των αδαών, των αφελών, των ηλιθίων ή των υποκριτών: Ο Σιμόν Πέρες τιμήθηκε το 1994 με Νόμπελ Ειρήνης για τις συνομιλίες που κατέληξαν στις Συμφωνίες του Όσλο, όπως και ο συμπατριώτης του Γιτζάκ Ράμπιν, αλλά και ο παλαιστίνιος ηγέτης Γιασέρ Αραφάτ.

Νόμπελ Ειρήνης είχε απονεμηθεί το 1978 σε ένα από τα χειρότερα, τα πλέον αδίστακτα, αιμοσταγή «γεράκια» ολόκληρης της ισραηλινής πολιτικής και στρατιωτικής ιστορίας: Τον Μεναχέμ Μπέγκιν. Αυτός και ο τότε πρόεδρος της Αιγύπτου Ανουάρ Σαντάτ τιμήθηκαν για την περιβόητη Συμφωνία του Καμπ Ντέιβιντ, η οποία επέβαλλε στη Μέση Ανατολή την Pax Americana με τρόπο ετεροβαρή και εξαιρετικά οδυνηρό για τους Παλαιστινίους, όπως θα έχουμε την ευκαιρία να θυμηθούμε στη συνέχεια.

Εάν το θέμα μας ήταν τα κριτήρια με τα οποία απονέμεται κατά καιρούς το Νόμπελ Ειρήνης, θα αρκούσε η υπόμνηση ενός ονόματος για παραδοθούμε στην οργή ή στο γέλιο- αμφότερα θα φάνταζαν λογικές αντιδράσεις: Το 1973 «νομπελίστας» ήταν ο .. Χένρι Κίσινγκερ, για τη συνεισφορά του- είπαν- στη συμφωνία ειρήνευσης στο Βιετνάμ! Η πολεμική ήττα, βεβαίως, των ΗΠΑ είχε ήδη καταστεί αναπόφευκτη, όταν ο «μάγος της αμερικανικής διπλωματίας» ανέλαβε να μεθοδεύσει τη σταδιακή απεμπλοκή της Ουάσιγκτον από τη χαμένη –πλέον- υπόθεση του Βιετνάμ. Έτσι, για να μην ξεχνάμε τι εστί (και τι όχι) Νόμπελ Ειρήνης...


Το «μεταδοτικό» αλτσχάιμερ του Γιτζάκ Σαμίρ και το «who is who» κάμποσων... αδαμάντων


Όλοι και όλα στον καιρό τους! Σαράντα ημέρες προτού βραβευθεί εν Αθήναις ο... ουμανιστή Πέρες, ο ελληνικός Τύπος τίμησε –με τον τρόπο του- τον άρτι αποθανόντα Γιτζάκ Σαμίρ. Τον ακροδεξιό πρωθυπουργό του Ισραήλ κατά τις περιόδους 1983-84 και 1986-92.

Ο Σαμίρ πέθανε σε βαθιά γεράματα, καταβεβλημένος (και) από το αλτσχάιμερ. Θα έλεγε πάντως κανείς ότι έπασχαν από... εκούσιο αλτσχάιμερ οι συντάκτες των περισσότερων κειμένων, εξ όσων αφιέρωσαν στον εκλιπόντα τα ελληνικά ηλεκτρονικά και έντυπα ΜΜΕ. Ως συνήθως, οι τιμητικές εξαιρέσεις απλώς επιβεβαίωσαν τον κανόνα.

Ορισμένοι «δεν θυμήθηκαν» καν ότι επί πρωθυπουργίας Σαμίρ, το 1987, ξέσπασε η συγκλονιστική παλαιστινιακή πρώτη Ιντιφάντα. Άλλοι... κάτι θυμήθηκαν, έτσι, δίχως περαιτέρω νύξεις. Κι ας επιστράτευσε τότε το ισραηλινό κράτος εναντίον της καθολικής, νεανικής «εξέγερσης της σφεντόνας» τόση κτηνωδία, ώστε ακόμη και η Ουάσινγκτον αναγκάστηκε να το επικρίνει για μεθόδους «ωμές» και «ενίοτε ασυμβίβαστες προς τους διεθνείς κανόνες», στις 15 Δεκεμβρίου 1987. Μια εβδομάδα αργότερα το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ καταδίκασε ομόφωνα (οι ΗΠΑ απείχαν) «τους πυροβολισμούς του ισραηλινού στρατού εναντίον άοπλων Παλαιστινίων, που προκαλούν τον θάνατο και τον τραυματισμό πολλών από αυτούς».

Τα ημέτερα ΜΜΕ «δεν θυμήθηκαν»... Επήρεια του δόγματος «ο αποθανών δεδικαίωται»; Μπα, μάλλον εφαρμογή του άτυπου «ο σιωνισμός εξωραίζεται»...

Με ανάλογη... ανόρεχτη μνήμη, η πλειονότητα του ελληνικού Τύπου ανέφερε «ξερά» πως ο Σαμίρ στα νιάτα του υπήρξε μέλος εξτρεμιστικής σιωνιστικής οργάνωσης. Κάτι σαν νεανική τρέλα, βρε αδελφέ...

Ας αναφέρουμε λοιπόν εμείς λίγα πράγματα ακόμη: Ο Σαμίρ είχε διατελέσει στέλεχος της τρομοκρατικής συμμορίας «Στερν», γνωστής και ως «Λέχι». Λέγεται ότι ήταν ένας από τους τρεις επιτελείς της οργάνωσης που σχεδίασαν τη δολοφονία του Κόμη Μπερναντότε, μεσολαβητή του ΟΗΕ για την Παλαιστίνη, τον Σεπτέμβριο του 1948. Δέκα μήνες νωρίτερα η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ είχε εγκρίνει το διαμελισμό της Παλαιστίνης και τη δημιουργία- εκεί- εβραϊκού κράτους (29 Νοεμβρίου 1947).

Προς τι η δολοφονία εκείνη; Απλούστατα, από το καλοκαίρι του 1948 η ισραηλινή κυβέρνηση του Μπεν Γκουριόν είχε αποφασίσει πως δεν θα δεχόταν καν συζήτηση για παλιννόστηση των παλαιστινίων προσφύγων. Αναμενόταν όμως ότι ο ΟΗΕ θα ζητούσε την επιστροφή των εκτοπισμένων, κάτι που έγινε κι επισήμως τον Δεκέμβριο του 1948. Το Ισραήλ επιθυμούσε να αποστείλει εγκαίρως το μήνυμα...

Κάποιος θα αναρωτηθεί: «Ποια σχέση μπορεί να έχει ο βραβευθείς Πέρες, ιστορικό στέλεχος του Εργατικού Κόμματος, με τον Σαμίρ του ακροδεξιού Λικούντ»; Πώς δεν έχει...

Εν πρώτοις ο Πέρες διετέλεσε –κι αυτός- μέλος τρομοκρατικής, παραστρατιωτικής οργάνωσης: Το 1947 εντάχθηκε στη «Χαγκάνα», την πολιτοφυλακή του Μπεν Γκουριόν, η οποία ανέπτυσσε διπλή δράση: Αφενός αντιμαχόταν τους Βρετανούς κι αφετέρου βοηθούσε τη «Στερν» και την «Ιργκούν» στο έργο της βίαιης, αιματηρής εκδίωξης των Αράβων από τα εδάφη τους. Από τη «Χαγκάνα» πέρασαν κι άλλοι μετέπειτα πρωθυπουργοί, όπως ο Σαρόν κι ο Ράμπιν.

Περίπου 700.000 Παλαιστίνιοι επί συνόλου 1,3 εκατομμυρίου έφυγαν κακήν κακώς το 1947-48, για να σωθούν από το μένος των σιωνιστικών συμμοριών.

Όταν ξέσπασε η Ιντιφάντα του 1987, το Εργατικό Κόμμα συγκυβερνούσε με το ακροδεξιό «Λικούντ» του πρωθυπουργού Σαμίρ. Τότε ο Πέρες ήταν υπουργός Εξωτερικών. Υπουργός «Άμυνας» ήταν άλλο ιστορικό στέλεχος των Εργατικών: Ο Γιτζάκ Ράμπιν, πρωθυπουργός κατά τα έτη 1974-77.

Το Εργατικό Κόμμα δεν ταυτιζόταν με το «Λικούντ» εφ’ όλης της ύλης του Παλαιστινιακού. Απέρριπτε βεβαίως- όπως κι ο Σαμίρ- τη δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους, αλλά όχι και το διάλογο με την PLO. Επιδιώκοντας όμως να γίνει ο όποιος μελλοντικός διάλογος με αναμφισβήτητη και καταλυτική την ισραηλινή θέση ισχύος, οι Πέρες – Ράμπιν συναίνεσαν απολύτως στη «γραμμή» της αιματηρής κατάπνιξης της Ιντιφάντα. Ο δεύτερος μάλιστα, ως αρμόδιος υπουργός, είχε το «γενικό πρόσταγμα»...

Στρατιώτες πυροβολούσαν στο κεφάλι ή την πλάτη άοπλους ή κατόχους... σφεντόνας. Έσπαγαν με πέτρες τα χέρια νεαρών. Έκαναν «γύρους του θανάτου» σε παλαιστινιακούς καταυλισμούς με τζιπ, από τους προφυλαχτήρες των οποίων ήταν δεμένοι Παλαιστίνιοι. Ξυλοκοπούσαν με απίστευτη βαναυσότητα μικρά παιδιά, αρκετά εκ των οποίων ξεψυχούσαν με σπασμένη σπονδυλική στήλη ή από εσωτερική αιμορραγία.

Αυτά και άλλα παρόμοια «ανδραγαθήματα», βεβαιωμένα από δημοσιογράφους, γιατρούς και παρατηρητές της αρμόδιας υπηρεσίας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες (UNRWA), «πιστώθηκε» ο Ράμπιν το 1987. Ο ίδιος άνθρωπος το 1994- πρωθυπουργός τότε- βραβεύθηκε με... Νόμπελ Ειρήνης. Σχεδόν αγιοποιήθηκε το Νοέμβριο του ’95, όταν τον σκότωσε ένας φανατικός, ακροδεξιός Εβραίος που δεν μπορούσε να ανεχθεί τη Συμφωνία του Όσλο με την PLO.

Ας ταξιδέψουμε όμως μακρύτερα στο χρόνο. Στο πρωινό της 9ης Απριλίου 1948: Στο ήσυχο αραβικό χωριό Ντέιρ Γιασίν, χαρούμενες παιδικές φωνές υποδέχονταν τη νέα ημέρα. Αυτή όμως έμελλε να είναι η τελευταία για 251 άνδρες, γυναίκες, παιδιά και γέρους. Ένοπλοι της ακροδεξιάς, σιωνιστικής, δολοφονικής οργάνωσης «Ιργκούν» έκαναν επιδρομή στο χωριό και τους κατακρεούργησαν.

Οι ίδιοι οι θύτες παρουσίασαν στον Τύπο τις σορούς των θυμάτων. Σε άλλες αραβικές κοινότητες, μεγάφωνα τοποθετημένα σε φορτηγά διαλαλούσαν ότι ο πληθυσμός είχε δύο επιλογές: Να εγκαταλείψει την περιοχή, ή να έχει το τέλος των κατοίκων του Ντέιρ Γιασίν.

Επικεφαλής των σφαγέων του Ντέιρ Γιασίν, της «Ιργκούν», ήταν ο Μεναχέμ Μπέγκιν, ο άνθρωπος που θα γινόταν πρωθυπουργός στα έτη 1977- 1983.

Νωρίτερα, τον Ιούλιο του 1946, υπό τις διαταγές του η «Ιργκούν» ανατίναξε το ξενοδοχείο «King David» της Ιερουσαλήμ, όπου έδρευαν βρετανοί στρατιωτικοί επιτελείς. Σκοτώθηκαν περίπου εκατό άνθρωποι- Άραβες, Εβραίοι, Βρετανοί. Ο Μπέγκιν δήλωσε- σύμφωνα με ορισμένους απολογητικά, κατ’ άλλους... πανηγυρικά: «Η ένταση της έκρηξης ξεπέρασε τις προσδοκίες μας!».

Ο Μπέγκιν ήταν ο πρωθυπουργός δυο εισβολών στο Λίβανο, το ’78 και το ’82. Στη δεύτερη τα ισραηλινά στρατεύματα άφησαν πίσω τους 18.000 νεκρούς αμάχους. Ανάμεσά τους, εκείνοι των Σάμπρα – Σατίλα.

Υπουργός «Άμυνας» τότε ήταν ο Αριέλ Σαρόν και φυσικά πρόσθεσε άλλη μία «χρυσή σελίδα» στο αιμοσταγές ιστορικό του: Εκτελεστής 69 γυναικόπαιδων στο παλαιστινιακό χωριό Κίμπια το 1953, υπεύθυνος για τους φόνους 270 αιγυπτίων αιχμαλώτων πολέμου το 1956, για την εν ψυχρώ δολοφονία 104 Παλαιστινίων το 1971. Διετέλεσε πρωθυπουργός στα έτη 2001-2006.

Τελικά, στο Ισραήλ η προϋπηρεσία κάποιου ως δημίου αμάχων φαίνεται πως αποτελεί ισχυρότατο σημείο του «βιογραφικού» ενός υποψήφιου πρωθυπουργού! Κι όμως, οι αρχές ενός τέτοιου κράτους έχουν την ξετσιπωσιά να χαρακτηρίζουν ως εν δυνάμει «τρομοκράτες» - και να συμπεριφέρονται αναλόγως- ακόμη και τους ακτιβιστές που μεταφέρουν τρόφιμα και φάρμακα στη Λωρίδα της Γάζας!

Η «εκκαθάριση» του 1947-1948 και τα συμπαρομαρτούντα ιδεολογήματα περί «ανωτερότητας» του «περιούσιου εβραϊκού λαού» δεν σηματοδότησαν απλώς μια ετεροχρονισμένη οικειοποίηση ναζιστικών μεθόδων και αντιλήψεων. Φαντάζει απίστευτο, είναι όμως αληθινό: Το 1940- 41, δηλαδή όταν ήδη εξελίσσονταν οι αντισημιτικές διώξεις στο Τρίτο Ράιχ, σκληροπυρηνικοί σιωνιστές της «Λέχι» πρότειναν τη συμμετοχή των ένοπλων εβραϊκών οργανώσεων στον πόλεμο, στο πλευρό της ναζιστικής Γερμανίας! Στόχος: Να εκδιωχθούν οι Άγγλοι από την Παλαιστίνη.

Τίποτε δεν μένει όμως δίχως ιστορική συνέχεια, αν είναι βαθιά ριζωμένο: Η διαρκής μιλιταριστική παράκρουση την οποία βιώνει η ισραηλινή κοινωνία τα τελευταία χρόνια, σε συνδυασμό με την επιρροή της ρατσιστικής αυταρέσκειας των «περιούσιων», εμφανίζει στην πολιτική σκηνή της χώρας ακόμη και δεδηλωμένους θαυμαστές του Χίτλερ, όπως είναι ο Μοσέ Φάιγκλιν του «Λικούντ».

Ας το έχουν αυτό υπόψη οι μικρόνοες οι οποίοι, όχι μόνο εθελοτυφλούν μπροστά στην προφανή συγγένεια του φασισμού με τον σιωνισμό, αλλά επιπλέον πασχίζουν κατ’ εξακολούθηση να μετατρέπουν τον δικαιολογημένο παγκόσμιο σεβασμό προς τα θύματα του Ολοκαυτώματος σε ανοχή προς τα εγκλήματα του Τελ Αβίβ.

Να δεχθούμε, μήπως, ότι θα ήταν υπερβολή ή και εμπάθεια να μνημονεύονται σήμερα ως στοιχεία του DNA των ισραηλινών ελίτ οι δολοφόνοι της «Λέχι» ή της «Ιργκούν», όσοι VIP κι αν «γαλουχήθηκαν» κάποτε στις τάξεις τους, οτιδήποτε κι αν έχει συμβεί τα τελευταία –ας πούμε δέκα- χρόνια στη Τζενίν, το Λίβανο ή την αποκλεισμένη Γάζα;

Μα το ερώτημα είναι κατά πόσο το ίδιο το Τελ Αβίβ θα επιθυμούσε μια τέτοια – φραστική και θεωρητική, έστω- παραγραφή. Αυτό είναι που δηλώνει... υπερήφανο!

Την περασμένη άνοιξη πραγματοποιήθηκαν εκδηλώσεις για τα είκοσι χρόνια από το θάνατο του Μπέγκιν. Σε μία ομιλία του ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου έπλεξε το εγκώμιο της «Ιργκούν», λέγοντας ότι σε αυτήν οφείλεται εν πολλοίς η δημιουργία ισραηλινού κράτους...

Ναι, της «Ιργκούν» των σφαγέων. Ναι, ο Νετανιάχου. Αλήθεια, αυτόν πότε θα τον βραβεύσεις Βαγγέλη Μεϊμαράκη;



1978 και 1994: Όταν οι «ειρηνοποιοί νομπελίστες» βάφτιζαν το δόρυ... κλαδί ελιάς!



Μπορεί άραγε ένα κοπάδι αρπακτικών πουλιών να καλυφθεί πίσω από ένα κλαδί ελιάς – και μάλιστα ψεύτικο; Όχι ασφαλώς...

Το παραμύθι των «ειρηνοποιών» του Τελ Αβίβ εδράζεται κυρίως σε ένα χονδροειδές αξίωμα: Όποιος υπογράφει, κάπου, κάποτε, κάποια συμφωνία που θεωρείται – άλλο αν είναι στην πραγματικότητα- «καταπραϋντική», τότε τον αγκαλιάζουν τα καθαρτήρια νερά μιας κολυμπήθρας του Σιλωάμ και εξαλείφουν σωρείες εγκλημάτων, όπως τα προαναφερθέντα.

Με αυτή τη «λογική» είναι να αναρωτιέσαι: Μήπως θα έπρεπε σε λίγες ημέρες να δώσουμε κανένα μεταθανάτιο Νόμπελ Ειρήνης και στον... φον Ρίμπεντροπ, τον υπουργό Εξωτερικών της χιτλερικής Γερμανίας, τον πρώτο εκ των καταδικασθέντων στη Νυρεμβέργη που ανέβηκε στο ικρίωμα και απαγχονίστηκε στις 16 Οκτωβρίου 1946;

Εξηγούμαστε: Στις 23 Αυγούστου είναι επέτειος της σύναψης του Συμφώνου μη Επίθεσης (γνωστού και ως «Συμφωνία Μολότοφ- Ρίμπεντροπ»), του 1939, ανάμεσα στην ΕΣΣΔ και το Τρίτο Ράιχ. Εάν λοιπόν οι διαχρονικές θωπείες της «διεθνούς κοινότητας» προς το Τελ Αβίβ προάγουν μια τόσο... παρανοϊκή επιτομή της έννοιας «ειρηνοποιός», ίσως είναι ώρα να «καθαριστεί» κάτι κι από το «όνομα» προσώπων όπως ο φον Ρίμπεντροπ, του οποίου άλλωστε οι τελευταίες λέξεις ήταν «εύχομαι ειρήνη στον κόσμο».

Καλό δεν ακούγεται; «Σφαγείς, αλλά με συμβολή στην ειρήνη».
Κάπως, κάποτε, για κάποιους λόγους...

Η αλήθεια είναι ότι δεν στερείται λογικής –κάθε άλλο- μια παρατήρηση: Προτού εκδώσει ετυμηγορίες, η Ιστορία (κι όχι φυσικά ως θύμα... βιασμού και συγγραφικής αυθαιρεσίας των εκάστοτε επικυρίαρχων) οφείλει να συνεκτιμά όλες τις παραμέτρους, σεβόμενη πριν από όλα τον ίδιο τον τρόπο της εξέλιξής της: Δεν κινείται ευθύγραμμα, δεν «ανασαίνει» δίχως σκαμπανεβάσματα και αντιφάσεις.

Υπό αυτό το πρίσμα, θα μπορούσε άραγε να θέσει η Ιστορία στη ζυγαριά της τους ... «νομπελίστες» ηγέτες του Τελ Αβίβ και να αναθέσει στα «μετριοπαθή» τους πεπραγμένα ρόλο υπολογίσιμου αντίβαρου σε θηριωδίες ετών ή δεκαετιών; Μα η ίδια η «ποιότητα» των εν λόγω «ειρηνεύσεων» και τα αποτελέσματα των αντίστοιχων συμφωνιών θα καθιστούσαν πικρό ανέκδοτο τυχόν καταφατική απάντηση!

«Στο Καμπ Ντέιβιντ ο Σαντάτ αντάλλαξε την αραβική Ιερουσαλήμ με την έρημο του Σινά», είπε το Σεπτέμβριο του ’78, οργισμένος, ο Αραφάτ, σχολιάζοντας το... επίτευγμα της φιλο-αμερικανικής (πλέον) κυβέρνησης του Καίρου και, αντιστοίχως, την κατ’ ευφημισμόν «διαλλακτικότητα» του Μπέγκιν. Δύσκολα θα διαφωνούσε κανείς με τον Αραφάτ. Το ετεροβαρές του πράγματος ήταν, όντως, εξόφθαλμο.

Το ’78 ο Μπέγκιν δεν... κουνήθηκε ρούπι από την κατηγορηματική άρνησή του να αποδεχθεί δημιουργία παλαιστινιακού κράτους. Η συμφωνία αρκέστηκε σε κάποια φραστικά ...νεφελώματα περί παλαιστινιακής αυτοδιάθεσης που δεν σήμαιναν απολύτως τίποτε, όπως θα επιβεβαιωνόταν τάχιστα.

Ως προς τους ισραηλινούς εποικισμούς στα κατεχόμενα, μάλιστα, η συμφωνία του Καμπ Ντέιβιντ απετέλεσε τραγελαφικό... γρίφο: Τόσο ο Σαντάτ όσο κι ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζίμι Κάρτερ, θεωρούσαν ότι ο Μπέγκιν δεσμεύτηκε να σταματήσει τους εποικισμούς επί μια μεταβατική πενταετία. Ο ίδιος όμως είπε ότι δεσμεύτηκε για λίγους μήνες. Τι έγινε τελικά; Ναι, σωστά μαντέψατε...

Συνολικά στην περίοδο της εξαετούς διακυβέρνησης του Μπέγκιν, οι έποικοι στη Δυτική Όχθη σχεδόν εξαπλασιάστηκαν: Από 4.000 το 1977 έγιναν 23.000 το 1983. Το υπενθύμισε η ισραηλινή εφημερίδα Haaretz την περασμένη άνοιξη, κατά τις ημέρες των κρατικών «ταρατατζούμ» για τα είκοσι χρόνια από το θάνατο του Μπέγκιν.

Οι άλλοι δυο «νομπελίστες» του Τελ Αβίβ, ο Πέρες και ο Ράμπιν, εξυμνήθηκαν για τις διαπραγματεύσεις που απέφεραν τις Συμφωνίες του Όσλο, έτσι όπως εξειδικεύτηκαν στο Κάιρο το 1994 (Όσλο 1)και την Τάμπα το 1995 (Όσλο 2). Νωρίτερα, το 1993, είχε συμφωνηθεί η σταδιακή επιστροφή κατεχόμενων εδαφών εκ μέρους του Ισραήλ.

Φαινομενικά, το Τελ Αβίβ έκανε το ’93 έναν αξιοσημείωτο, αξιέπαινο συμβιβασμό. Ο προσεκτικός παρατηρητής όμως θα συγκρατούσε –από το ’93- τον ενθουσιασμό του, ανεπηρέαστος ων από κάθε πνεύμα «παλαιστινιακού μαξιμαλισμού» (η ίδια η PLO άλλωστε μόνο για κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να επικριθεί), προσμετρώντας τα πολλά και σημαντικά κενά της συμφωνίας.

Ασάφεια περιέβαλε την τύχη της Ιερουσαλήμ, το μέλλον των εκατομμυρίων παλαιστινίων προσφύγων, τους ισραηλινούς εποικισμούς, τα σύνορα του μελλοντικού παλαιστινιακού κράτους.
Τα πράγματα επιδεινώθηκαν δραματικά για τον παλαιστινιακό πληθυσμό από το ’94- ’95, όταν καθορίστηκε ο τρόπος της επιστροφής των κατεχομένων. Τα παλαιστινιακά εδάφη κατατμήθηκαν, έτσι ώστε να μοιάζουν με «βραχονησίδες» (πυκνές αλλά ασύνδετες μεταξύ τους), σε μια «θάλασσα» δρακόντειου ισραηλινού ελέγχου. Ακόμη και η μετακίνηση προς εργασιακούς προορισμούς κατέληξε οδύσσεια.

Η καθημερινή ζωή της συντριπτικής πλειονότητας των Παλαιστινίων επιδεινώθηκε σε βαθμό ασύλληπτο, εν συγκρίσει προς την εποχή της ολοκληρωτικής ισραηλινής κατοχής!

Επρόκειτο για ένα είδος «στραγγαλισμού»: Από το 1992 (λίγο πριν από το «ευεργετικό» Όσλο) μέχρι το 1996, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ μειώθηκε κατά 36% στα κατεχόμενα. Στις παραμονές της δεύτερης Ιντιφάντα (2000) η ανεργία ήταν τετραπλάσια εκείνης που καταγραφόταν στη δεκαετία του ’80.

Την άνοιξη του 1999 η Διεθνής Αμνηστία περιέγραφε τα κατεχόμενα ως «μια χώρα φραγμάτων ανάμεσα στη μια πόλη και την άλλη, το ένα χωριό και το άλλο», σημειώνοντας ότι οι συλλήψεις, οι ξυλοδαρμοί και οι πυροβολισμοί είχαν γίνει είδος ρουτίνας «εκεί όπου μπορεί να απαγορευτεί η διέλευση Παλαιστινίων».

Ο αμερικανός δημοσιογράφος Κρις Χέτζες έγραφε στο Foreign Affairs, τον Μάιο του 2003: «Η Γάζα και η Δυτική Όχθη θυμίζουν τα γκέτο των μαύρων στη Νότια Αφρική της εποχής του απαρτχάιντ»...

Για αυτές τις... λαμπρές «παραχωρήσεις», απόρροιες των Συμφωνιών του Όσλο, πήρε Νόμπελ Ειρήνης το «μετριοπαθές» δίδυμο Πέρες – Ράμπιν, το «έργο» του οποίου – βεβαίως, βεβαίως- αμφισβητείται μόνον από «ακραίους»! Κάτι τέτοια λένε οι απανταχού ανεκδιήγητοι που αξίζουν Νόμπελ (Αλ)Χημείας...

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *