19 Ιουλίου 2012

Να σταματήσουμε να μετράμε απώλειες

του Παναγιώτη Σωτήρη
Ένα από τα χειρότερα γνωρίσματα μιας περιόδου κρίσης είναι η σταδιακή εξοικείωση με κάθε είδους αρνητικές καταστάσεις, όπως είναι η κατακόρυφη αύξηση του αριθμού των αυτοκτονιών. Τα στοιχεία του ΕΚΑΒ δείχνουν ότι ήδη έχουμε έναν πολλαπλασιασμό των αυτοκτονιών  και των αποπειρών, με την πλειοψηφία να σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με την οικονομική κρίση.
Δεκάδες συμπολίτες μας, αντιμέτωποι με χρέη και παρατεταμένη ανέχεια, αδυνατώντας να βρουν διέξοδο ή να στοχαστούν μια ατομική διαδρομή έξω από το αδιέξοδο, γεμάτοι από ένα αίσθημα απογοήτευσης ή ακόμη και ντροπής απέναντι στην αδυναμία να ανταποκριθούν στις προσδοκίες της οικογένειας ή του κοινωνικού περίγυρου, διάλεξαν το δρόμο της αυτοχειρίας, συμπυκνώνοντας τραγικά τα αδιέξοδα μιας κοινωνίας που βρίσκεται οικονομικά σε ένα αρνητικό σπιράλ θανάτου.
Αρκεί να αναλογιστούμε ότι η Ελλάδα βρίσκεται ήδη στο πέμπτο έτος συνεχόμενης ύφεσης, με όλα τα να δείχνουν ότι αυτό θα συνεχιστεί και το 2013, διαμορφώνοντας μια σωρευτική μείωση του διαθέσιμου κοινωνικού πλούτου που συγκρίνεται μόνο με μεγάλη και μακρόχρονη πολεμική εμπλοκή, ενώ την ίδια στιγμή η διαρκής διόγκωση της ανεργίας διαμορφώνει ένα τοπίο αλλεπάλληλων χαμένων γενιών.
Η συσχέτιση των αυτοκτονιών με περιόδους κρίσης και αναστάτωσης είναι κάτι γνωστό. Μία από τις γενέθλιες στιγμές της κοινωνιολογίας ως επιστήμης, η Αυτοκτονία του Εμίλ Ντυρκέμ το 1897, εντόπιζε αυτή τη συσχέτιση, έστω και εάν ο ίδιος ο Ντυρκέμ προσπάθησε να συσχετίσει την αύξηση των αυτοκτονιών σε περιόδους κρίσης με την αποδιάρθρωση του ρόλου ελέγχου της κοινωνίας που φέρνει η οικονομική κρίση.
Στην πραγματικότητα οι αυτοκτονίες δεν αποτυπώνουν τόσο την αποδιάρθρωση του μηχανισμού ελέγχου, όσο την αδυναμία να προσφερθεί στα μέλη της κοινωνίας μια πειστική αφήγηση μέσα στην οποία να αναγνωρίζουν τον εαυτό τους, να εντάσσουν την επίλυση, πραγματική ή φαντασιακή, των προβλημάτων τους, να αντλούν ελπίδα. Δεν είναι καθαυτές οι οικονομικές ή άλλες δυσκολίες, αλλά το σε ποιο βαθμό ο καθένας πιστεύει ότι μπορεί να ψηλαφίσει μια κατεύθυνση υπέρβασης. Αυτό ακριβώς κάνει τις αυτοκτονίες σύμπτωμα μιας βαθύτερης ιδεολογικής και αξιακής κρίσης.
Από τη μεριά του κυρίαρχου κοινωνικού μπλοκ η κρίση είναι ολοφάνερη. Η οριστική κατάρρευση του νεοφιλελεύθερου προτύπου ενός ανταγωνιστικού και εξατομικευμένου πλουτισμού και καταναλωτικού ευδαιμονισμού, δεν μπορεί να καλυφθεί ούτε από τη συλλογική ενοχή («μαζί τα φάγαμε»), ούτε από τη λογική της μετάνοιας και της εγκράτειας ως κάθαρσης.
Όμως, η έξαρση των αυτοκτονιών πρέπει να απασχολήσει και το αντίπαλο στρατόπεδο. Η διάχυτη αίσθηση απελπισίας, η αίσθηση ότι δεν υπάρχει διέξοδος, η εξατομίκευση και ό,τι άλλο οδηγεί στην αυτοκτονία, δείχνουν ότι δεν υπάρχει, ή δεν έχει εμπεδωθεί, μια διαφορετική αφήγηση. Δεν αυτοκτονεί κάποιος επειδή έχει προβλήματα· αυτοκτονεί επειδή έχει προβλήματα και δεν βλέπει προοπτική επίλυσης. Και αυτό δεν έχει σχέση μόνο με φραστικές διακηρύξεις. Την ελπίδα θα πρέπει κανείς να τη βλέπει δίπλα του, να τη ζει, τη βιώνει, για να μην κυλήσει στο φαύλο κύκλο της απελπισίας.
Όσο οι δυνάμεις που επαγγέλλονται την αντίσταση στην καταστροφή διεκδικούν απλώς την εκλογική καταγραφή της ανέχειας και της απελπισίας, όσο δεν προτείνουν έναν «άλλο δρόμο» για την κοινωνία σε ρήξη με τη λογική της αγοράς, όσο δεν οικοδομούν μια παράλληλη κοινωνία αλληλεγγύης και αγώνα και δεν κάνουν πράξη το «κανένας μόνος του απέναντι στην κρίση», τόσο θα μετράμε νεκρούς σε αυτό τον ακήρυκτο πόλεμο...

(Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Νέα της Λέσβου την Τετάρτη 11 Ιουλίου 2012)

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *